Τάσος Δενέγρης, Δύο ποιήματα

Η ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΗ

Και ξάφνου την αντίκρισα μπροστά μου
Το πρόσωπό της σαν φεγγάρι
Κι αυτά τα γαλανά της μάτια
Της επουράνιας αθωότητος
Η Γκρέτα Γκάρμπο των προσφύγων
Η ήρεμη ανατολή
Ζαλίστηκα σαν μύγα μέσα στον ιστό
Αόρατης αράχνης
Και σαν τρελός καλπάζοντας
Κατέβηκα τις σκάλες

Μέσα στον καύσωνα σκεπτόμουν την Βυζαντινή
Γυαλιά ηλίου σκέπαζαν το ηλεκτρικό της βλέμμα
Σαν Παναγία καθισμένη
Επαιτώντας
Το έλεος των δούλων της.

27 Δεκεμβρίου 1971

***

ΔΥΣΗ ΣΕ ΜΕΣΟΔΥΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

Στα σύνορα δύο πολιτειών
Ο ποταμός Μισσισιπής κι ο ήλιος
Μια φλογισμένη βάτος
Ο ποιητής
Αυτή την ακαριαία του Θεού απελπισία
Να μεταφέρει θέλει στο χαρτί
Για μιά στιγμή
Να ξαναδώσει
Την ξεχασμένη δόξα του τοπίου
Και την ελπίδα
Που σαν την κόρη του πλουσίου
Την απήγαγαν

Εδώ σ’ αυτόν τόν ποταμό
Που τόσες πολιτείες διαχωρίζει
Το κόκκινο βαθύ το πορφυρό και το πορτοκαλί
Σε μιά θανάσιμη αναμέτρηση.

26 Νοεμβρίου 1975

*Από τη συλλογή “Θειάφι και αποθέωση”, Εκδόσεις Άκμων, 1982.

Leave a comment