∆εν κατασκεύασα κανένα από αυτά
Τα άδεια συρτάρια του κόσμου
Τίποτα από σχήμα απάτης και τίποτα απ’ αυτόν τον κόσμο
Να ζει να τρέφεται απ’ τις λέξεις μου
Να γλείφει τα χέρια μου
Με το σοβαρό μισό του εαυτού μου
Γερνώντας και γέρνοντας σ’ εν’ άλλο μισό γελαστό
∆εν είναι βλέπεις μόνο η πόλη που παίζει μόνη
Με τόσα πολλά αυτοκίνητα
Χίλιες φτηνές ευκαιρίες για τόσα ακίνητα
∆εν είναι βλέπεις μόνο η πόρνη
Όμως άλλες φωνές δεν ήτανε στους δρόμους
Χέρια σκυλιά τινάξανε οι τοίχοι
Λοιπόν πού πήγαινα
Μισός νύχτα μισός κτήνος
Μέσα στον ψόφιο ζέφυρο
Φθινόπωρο και πανικός και παγωμένο φως
Και Μαδιάμ μοίρα από φαντάσματα πράγματα
Πένα σκληρή
Πουλί της καταιγίδας
Πού πήγαινα και είμαι πάντα εδώ
Που αρχίζω να περπατώ
Μέσα στις καιρικές συνθήκες του δωματίου αυτού
Αρχίζω να περπατώ
Σ’ αυτό το γκρο πλάνο του τρόμου
Σαν ένα μπαστούνι δίχως κανένα τυφλό
Τραβώντας από μέσα μου
Τ’ ατέλειωτο τούτο καρφί
Καθώς όλο και πλησιάζει αυτή η κυρία
Με τα μαύρα και τα κεριά
Και βρέθηκα πάλι μέσα στο πάλι σπίτι
Με το στόμα μου απέναντι ή μιαν εκδοχή Από τόσα πεζά κείμενα
Τόσες εκπομπές από κύματα
Αίματα σ’ αυτό το άσπρο
Που είναι για να ματώνει μαζί σου χαρτί
Χωρίς καμιάν έκπληξη που δε ζει κανείς Αφού όλοι γίνανε αντικείμενα
Μέρη που έρχεσαι και φεύγεις
Ή μπορείς να περάσεις τράνζιτο τη ζωή
Σ’ αυτό το σενάριο του κόσμου
Που δεν οδηγείται στη λύση του
Κουτσαίνοντας απ’ τη δεξιά και την αριστερή
Μεριά της ψυχής
Τώρα
Με το χρώμα σου να ξύνεται
Να φεύγει απ’ το πρόσωπό σου
Το πρόσωπό σου να ξύνεται
Να φεύγει απ’ τα κόκαλά σου
Το σώμα σου κάτι το ελάχιστο
Ανάμεσα στο γραφείο και τη ζέστη απ’ τη λάμπα
Ως το τέλος
Το τέλος να κρατήσεις
Γράφοντας άτσαλα πια
Κολλώντας τόσο άτσαλα τα γραμματόσημα
Με λίγο σάλιο από λύπη
Πάνω σε ποιήματα που τα έγραφες
Καθισμένος σ’ αυτή την καρέκλα την ηλεκτρική
Μυαλό θανάσιμο βεγγαλικό
Κρύσταλλο κορμί
*Από τη συλλογή “Το δεύτερο μάτι του Κύκλω̟πα”.
Like this:
Like Loading...