Τάκης Βαρβιτσιώτης, Παραμονή γιορτής

Του ανέμου η τραγική φωνή
Της μοναξιάς οι μυρωδιές
Ξυπνήσανε τα φώτα

Κοίταξε ακόμα μια φορά
Τ’ αποδημητικά πουλιά
Τους μυθικούς θανάτους

Χάρισε στο περιστέρι
Την άσπρη γαρδένια των χεριών σου

Διάβασε στα σύννεφα
Τη θλίψη των ματιών σου

Και μες στα χρώματα του πυρετού
Τη λάμψη των χειλιών σου

Στα ερημικά δωμάτια
Δακρύζουν
Τα λυχνάρια

*Από την Ενότητα “Τα ρυάκια” (1945-1947) της συλλογής “Φύλλα ύπνου” (1949).

**Στην εικόνα της ανάρτησης Marialena-Vyzaki Solo Hack, Athens

Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος, Παγίδα βαρύτητας

Με την αυγή δε λησμονιούνται
τα πετάγματα των απογευματινών σκώρων
στο τυφλό μας παράθυρο
ή οι βάρκες που καθελκύονταν άηχες
στα μελανά νερά
από δω,
πέρασαν άνθρωποι σαν του χρόνου το δάκρυ,
πέρασαν
των γονιών μας τα βήματα
που φύτρωναν στο πλάι μας σαν τρίτο πόδι,
και το στάχυ της ανάμνησής τους που παραμένει
για πάντα ανοιχτό
Ανυπόμονος θα μας καλωσόριζε ο Έσσε,
Όπως η Ερμίν τον Χάρι Χάλερ,
κι ο Ρίλκε θα μας διάβαζε
τα “Γράμματα σε ένα νέο ποιητή”,
ενώ θα ζωγραφίζονταν τα πέλαγα
με το γαλάζιο τους πάγο,
κι οι πρώιμοι ηρωικοί εαυτοί μας θα εξημέρωναν
το ποδοβολητό των ορφανών δράκων στο κατάστρωμα,
ή τις ιαχές των νηπίων
κάτω από το άγαλμα του Πίτερ Παν
Κι εδώ κάποτε θα επανεκτεθούμε,
αφού θά ΄χουμε πρώτα σκεπαστεί,
ως ένας ακόμα Πολυνείκης,
περιμένοντας τα τρυφερά όρνεα
να μας ανακουφίσουν
απ’ το βάρος της σάρκας
Απ΄ την αρχή μας άλλωστε,
κατηφορίζουμε δίχως φρένα
προς εκείνη την παγίδα βαρύτητας
όπου όλα καταλήγουν,
αργά ή γρήγορα
και κατηγορηματικά.

*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ‘Οροπέδιο”, τεύχος 20, Άνοιξη-Καλοκαίρι 2018, σελ. 577.

**Στην εικόνα της ανάρτησης Joan Miro.

Paul Eluard, Πέντε ποιήματα

ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

Το αίμα κυλώντας στις πλάκες
Μου δένει σαντάλια
Σε μια καρέκλα στη μέση του δρόμου
Χαζεύω τις μικρές κρεολές
Βγαίνουν απ’ το σχολείο φουμάροντας πίπα.

Τ’ άσπρα δέντρα τα μαύρα δέντρα
Πιο νέα από τη φύση
Πρέπει για να ξανάβρουμε αυτή την τύχη της γέννησης
Να γεράσουμε.

*

ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑIΝΟΥΡΓΙΑ ΝΥΧΤΑ

Γυναίκα που μαζί της έζησα
Γυναίκα που μαζί της ζω
Γυναίκα που μαζί θα ζήσουμε
Σου πρέπει πανωφόρι κόκκινο
Γάντια κόκκινα μάσκα κόκκινη
Και κάλτσες μαύρες
Δικαιολογίες αποδείξεις
Για να σε δω ολόγυμνη
Γύμνια αγνή περίτεχνο στολίδι.

Στήθη ώ καρδιά μου.

*

ΤΑ ΣΤΕΙΡΑ ΜΑΤΙΑ

Σαν βλαστάρι
Της φλόγας τ’ ανάστημα
Αγνότατη τ΄ άρμα πήρε
Εραστών αγκαλιασμένων

*

Η ΠΑΡΑΛΙΑ

Όλοι έγιναν ο ένας με τον άλλο γύμνια τρυφερή
Τ’ ουρανού και του νερού του αέρα και της άμμου
Όλοι αφήσαν τα προσχήματα
Κι υποσχέθηκαν να μη βλέπουν άλλον από τον εαυτό τους

*

ΤΟΥΑΛΕΤΑ

Μπήκε στη μικρή της κάμαρα ν΄αλλάξη ενώ η χύτρα τραγουδούσε. Το ρεύμα απ΄ το παράθυρο έτριξε την πόρτα πίσω της. Για μια στιγμή αλάφρωσε την παράξενη γύμνια της την όρθια και λευκή. Ύστερα γλύστρησε στο φουστάνι της χήρας.

*Από το βιβλίο “ποιήματα του πώλ ελυάρ” σε απόδοση Γ. Καραβασίλη, εκδ, Κουλτούρα, Σεπτέμβρης 1971.

Tasos Denegris, Poems

COLD WAR

Turn off the lights
Secure the door
The windows are closed
And turn on the radio that plays military raids.

Bring to the walls and put crepes
Gather breads and make rusks
Wholesalers collected the oils
We will eat fish with the scales.

November 1952

*

FOUR POEMS FOR ELENI

1

Of all the women who were on the island
the one that was absent was the most beautiful.

2

What if I kept your head in the water
and trying to erase you
in a foreign bed and new habits
it was because I loved you so much
and I was very scared
do not leave me.

3

And the monkey crouched behind the door knob
in a week under the lamp
on the way to the hospital
silence, planks and workers’ acetylene
on the injured sidewalks
on this street with the lamp
a foreign demonic look
in your eyes
I held Eleni’s flesh tightly
with the foreign gaze
to panic me.

4

Leave as much as the steppe
free of bells and vegetation.

*

THE SPIES

I am not afraid of the current of the rivers, the vigil and the blade
Only the messengers
And the ladies who spy behind prams
in your diava.

As for the spiders, I am scared of their silent walking
And that metaphysical ability to stand on the ceiling
Watching your thought with a dark eye
Without making the slightest sound.

*From the collection “Death in Kaningos Square” (“Θάνατος στην Πλατεία Κάνιγγος”), 1975. Translation: Dimitri Troaditis – George Mouratidis. These poems published here: https://www.kalliopex.com/feature-poet-tasos-denegris/

Μαρία Θεοφιλάκου, Δεν έρχεσαι στα όνειρα…

Δεν έρχεσαι στα όνειρα.
Μένεις στον ξύπνιο το βαθύ ποτάμι
που κατεβάζει υλικά των ημερών μου
κι ετούτη την πηχτή σιωπή,
που πια σκεπάζει τα έργα της αγάπης:

Μπουκιές ψωμί,
που τιναχτήκαν απ’ τα χώματα·
Κέρματα χορευτές στην τρύπια τσέπη·
Νύξεις, μιας κάπου κάποτε γιορτής·
Και αργία του θανάτου.

Μα δεν ξαπλώνεις ποτέ στα όνειρά μου:
Αλφαβητάρι του παλιού μου τραγουδιού,
ψέμα δεκτό με επιείκεια.
Πάνω από ξερόχορτα, δαδιά, σκασμένα προσανάμματα
στέκει ο ύπνος όρθιος πεθαμένος.

*Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. https://frear.gr/?p=34330&fbclid=IwAR0Npn9FKv6pDY5nB7XYN7TNKgLAFrB8K4_EYcpY0gV9yZzH62sau1iN1D4


**Φωτογραφία: Sandro Siamashvili.

Νίκη Κωνσταντοπούλου, Η ψευδαίσθηση

Όσο πιο κοντά φτάνεις τόσο το πιστεύεις’
μπαίνεις στην ουρά που μυρίζει ιδρώτα
πρόσωπα απελπισμένα στέκονται ώρες όρθια
κάνουν ένα βήμα να φτάσουν πιο κοντά
σε σπρώχνουν ασυναίσθητα με αγένεια
που δεν λογαριάζουν
μα ούτε κι εσύ
όλοι είμαστε θύματα παρατεταγμένα.
Κάποιοι έχουν παιδιά στην κοιλιά
ο πίσω σε σπρώχνει ξανά
κι όσο πλησιάζεις, μια απατηλή χαρά
μειδιά, σε ειρωνεύεται.
Μέχρι που φτάνεις και καταλαβαίνεις.

Ξεγελάστηκες πάλι.

Φεύγεις με την ικανοποίηση της δοκιμασίας
και το ανικανοποίητο της ψυχής
μέχρι την επόμενη μάταιη φορά
που θα βρεθείς στην ουρά.
Η ψευδαίσθηση έχει πορεία
ιδρώτα και επανάληψη.

*Από τη συλλογή “Εγώ, απέναντι”, εκδ. Βακχικόν 2017.

Δημήτρης Μπαλτάς, Τρία ποιήματα

ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΡΤΟΠΟΣΤΑΛΙΚΗ

Εικόνα καρτποσταλική
καθεστώτος τυραννικού, αδηφάγου, αιμοσταγούς.
Άνθρωποι πολλοί ιδρωμένοι
να μοχθούν πλούσια ελέη
να προσφέρουν σε λίγους δήθεν γαλαζοαίματους,
φτασμένους πολιτικούς,
πλούσιους ανερυθρίαστους
για την υπερβολική δόση τύχης
μέσα στην τόση νοσηρή ατυχία
που δαμάζει εκείνους που ελπίζουν
στην ελεημοσύνη των ολίγων φοβισμένοι.
Ποιος φοβάται και ποιος θα έπρεπε να φοβάται;
Δυο ερωτήσεις πανομοιότυπες
με απαντήσεις συλλήβδην διαφορετικές.
Απαντήσεις που ακόμα πολλοί δεν τολμούν να ξεστομίσουν.
Ως πότε;

*

ΜΙΑ ΘΛΙΨΗ ΝΙΩΘΩ

Μια θλίψη νιώθω
για τους απρόσεχτους καλλωπισμούς
του αβυσσαλέου εγώ σου.
Ποτέ δεν κατάλαβα
τι τον ήθελες τριγύρω σου
όλον αυτόν τον συρφετό.

*

Η ΣΚΕΨΗ

Το πουδραρισμένο ημίφως
ξεσπούσε αδύναμα στην ήδη ξεθωριασμένη
ταπετσαρία του καθιστικού.
Φωνές ανεξιχνίαστες –ωσάν να επρόκειτο
για κάποιο έγκλημα– αντηχούσαν
από ικανή απόσταση.

Φως αδύναμο.
Φωνές αδύναμες.

Προπορεύεται τι;
Η εικόνα; Μήπως ο ήχος;

Λιλιπούτειος κλεφτράκος
σε βαθύσκιωτο δρόμο.

Η σκέψη.
Αδύνατη η σύλληψή της.

*Από την ποιητική συλλογή «Περιγραφές του ανεκπλήρωτου», εκδόσεις Κάκτος, 2022.

Θεώνη Κοτίνη, Είναι

αυτό που δεν σε πονά
μα σε κρύβει.
Σε αφαιρεί
από το κάδρο της γιορτής
τη φωταψία των γενεθλίων.

Ανήκεστο
μα όχι μοιραίο
αδιόρατο
σαν παλιά παιδική σου σκολίωση
το φέρεις σχεδόν
με ελαφρά συγκατάβαση.

Γι’ αυτό δεν συντρίβει
σε φέρνει μονάχα
στα γνώριμα ξένο.
Ακριβές
μα στη γλώσσα ατίθασο
μουγγό στο κορμί
δουλεύει
σιγανή παραμόρφωση.

Ορίζεται δύσκολα
και μάλλον οξύμωρα:
όχι αυτό που δεν είναι
ακόμα ή πια
είναι αυτό που δεν είναι,
απλά.

*Από τη συλλογή “Ο χρόνος είναι”, εκδ. Μελάνι, 2020.

Photo artwork: Peter Kertis

Alejandra Pizarnik, Το κελλί

Έξω έχει ήλιο.
Ο ήλιος είναι μόνο, τίποτ’ άλλο
οι άνθρωποι όμως τον κοιτάζουν
κι έπειτα τραγουδάνε.
Από ήλιο εγώ δεν ξέρω.
Εγώ ξέρω του άγγελου τη μελωδία
και του τελευταίου άνεμου
το φλογερό κήρυγμα.
Ξέρω να κραυγάζω το χάραμα
όταν κουρνιάζει ο άνεμος γυμνός
στον ίσκιο μου.
Εγώ κλαίω κάτω από τ’ όνομά μου.
Εγώ κουνάω μαντήλια τη νύχτα
και βάρκες πεινασμένες για πραγματικότητα
χορεύουν μαζί μου.
Εγώ κρύβω καρφιά
για να χλευάσω τ’ άρρωστα όνειρά μου.
Έξω έχει ήλιο.
Εγώ ντύνομαι στάχτες.

*Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Ζωή Καραπατάκη, Διαπραγματεύσεις

Με την περασμένη άνοιξη
μετά από σκληρά παζάρια μαζί της,
συμμορφώθηκα
και δέχτηκα
όσον αφορά στα πρωινά,
να εισπνέω για λίγο το γλυκό χαμομήλι,
να βυθίζομαι εξίσου στο άλικο κόκκινο της παπαρούνας,
και να ακροώμαι ασμένως να χελιδόνια
που πετούσαν απτόητα γύρω μου.
Όπως γίνεται συνήθως με κάθε τίμια συμφωνία
και τα δυο μέρη συνυπήρξαμε για όλο το διάστημα
χωρίς δράματα.

Εφέτος όμως σκέφτομαι
να προχωρήσω σε σκληρότερες διαπραγματεύσεις
και να άπαιτήσω απ’την καινούργια άνοιξη
ένα μικρό ποίημα
που το οξυγόνο του όμως
θα είναι τέτοιο
που θα του επιτρέπει να σταθεί απέναντι
στα ολάνθιστα και μυρωμένα λιβάδια
χωρίς αναστολές και δισταγμούς,
και όχι σαν ένας μακρινός συγγενής,

αλλά σαν ίσος προς ίσο.