Η Έλευση της Γυναίκας στη Γραφή

Παρουσίαση, ερμηνεία και ανάλυση της ποιητικής ανθολογίας «Ηρωικά Κορίτσια» της Μαρίας Ταταράκη. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο λογοτεχνικό περιοδικό Οδός Πανός (έτος 37o, τχ. 180 Οκτώβριος – Δεκέµβριος 2018).

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η ανθολογία «Ηρωικά Κορίτσια» δεν πρόκειται για μια έκδοση απάντων, ή για το επόμενο βιβλίο στη σειρά διαφόρων άλλων που έχουν ήδη κυκλοφορήσει. Είναι το πρώτο βιβλίο της Μαρίας Ταταράκη που κυκλοφορεί ποτέ. Και αυτό γίνεται σχεδόν 7 χρόνια μετά τον θάνατό της. Ελάχιστες τέτοιες περιπτώσεις έχουμε στην παγκόσμια λογοτεχνία, με πιο γνωστό παράδειγμα ίσως την περίπτωση της Emily Dickinson.

Εμένα μου έλαχε η ευθύνη να αναλάβω μετά τον θάνατο της μητέρας μου να εκδώσω το έργο της. Η Μαρία αυτοκτόνησε πριν από οχτώ χρόνια. Τα συρτάρια της, τα τετράδιά της και τα περιθώρια των σελίδων των βιβλίων της, ήταν γεμάτα από ποιήματα. Όλα σχεδόν ανέκδοτα, εκτός από ελάχιστα που είχαν δημοσιευθεί σε εφημερίδες ή μοιραστεί χέρι με χέρι σε διαδηλώσεις. Τα συγκέντρωσα, τα δακτυλογράφησα, τα ξεδιάλεξα. Συγγραφικό υλικό τριών δεκαετιών που έφτανε για πλήθος συλλογών.

Κάποια από τα ποιήματα αυτά είχαν χαρακτήρα ελεγειακό και μιλούσανε για κορίτσια ηρωικά και πένθιμα. Έπλεξα ένα στεφάνι με αυτά τα άνθη και σας το προσφέρω. Μην νομίσετε όμως σε καμιά περίπτωση ότι πρόκειται για κάποιο μνημόσυνο. Οι λέξεις της Μαρίας Ταταράκη είναι ένα κάλεσμα για εξέγερση και για έναν βαθύ και συγκλονιστικό αναστοχασμό της ύπαρξής μας.

Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ

Το ποιητικό έργο της Μαρίας Ταταράκη ήταν μέχρι πολύ πρόσφατα εντελώς άγνωστο. Όχι μόνο στους λογοτεχνικούς κύκλους και στο αναγνωστικό κοινό, αλλά ακόμα και στους φίλους της. Οι ελάχιστες φορές, οι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, που η Μαρία είχε δημοσιεύσει κάτι, ήταν σε εφημερίδες της Αριστεράς, με αφορμή κυρίως κάποια μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση των εκπαιδευτικών. Το ποιητικό της Σύμπαν ωστόσο ξεπερνάει κατά πολύ τον πολιτικό και εργασιακό της χώρο.

Η Μαρία Ταταράκη, δεν αποφάσισε να στραφεί στην ποίηση μετά από κάποια μεγάλη απογοήτευση, προσωπικής, επαγγελματικής ή ιδεολογικής φύσεως. Δεν άρχισε να γράφει ξαφνικά το 1997 (που είναι η ημερομηνία δημοσίευσης στην εφημερίδα «Η Εποχή» του πρώτου κειμένου της ανθολογίας αυτής, του «Άει Ρόζα Λούξεμπουργκ»). Και σε καμία περίπτωση, το έργο της δεν εξαντλείται σε αυτήν εδώ την ανθολογία.

Τα «Ηρωικά Κορίτσια» είναι μια επιλογή ποιημάτων της Μαρίας Ταταράκη με βάση ορισμένα συγκεκριμένα κριτήρια τα οποία θα αναλύσουμε παρακάτω. Είναι καλό όμως να γνωρίζουμε εκ των προτέρων, ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο που έγραφε ποίηση σε όλη τη διάρκειά της ενήλικης ζωής του. Και που δεν δημοσίευσε ποτέ σχεδόν τίποτα. Σας παραθέτω εδώ, για παράδειγμα, ένα ποίημα που έγραψε η Μαρία στις αρχές της δεκαετίας του 80:

τώρα εγώ κατοικώ εν γαλήνη στην κρυστάλλινη σπηλιά μου
φορώ το πέπλο μου
χορεύω χορό παράνοιας
βρίσκομαι κατ’ ουσίαν μετ’ εμαυτής
τρώω τα νύχια μου
φρικιώ
σκίζομαι σαν μάνα να γεννήσω βρυκόλακες
συνομιλώ με τη σελήνη
λαχταρώ ένα χάδι ανθρώπινο
τώρα εγώ σιωπώ
εκστασιάζομαι
γίνομαι μεταξοσκώληκας
κάνω ψυχανάληση
τώρα εγώ δεν έχω μνήμη σαν πεταλούδα
τώρα εγώ κατεβαίνω στα τάρταρα
τώρα εγώ έχω αποκλειστεί
βγάζω τη γλώσσα μου στις χυδαίες γλώσσες της γης
αυτοσαρκάζομαι (!)
τώρα εγώ χαϊδεύω στοργικά τα μαλιά μου
τώρα εγώ παίζω με τη φωτιά
μισιέμαι θανάσιμα με τις σειρήνες του κόσμου
τώρα εγώ μεταλαμβάνω (σ.μ. πεοθηλάζω)
τώρα νανουρίζω στο κόρφο μου το παιδί μου
τώρα ρουφώ ενα ζεστό νες με γάλα
βάφω τις βλεφαρίδες μου
καμαρώνω τα όμορφα στήθια μου
τώρα θυμάμαι τον φίλο μου τον πέτρο και δακρύζω
τώρα δεν μπορώ να κάνω πίσω γιατί θα γίνω στήλη άλατος

Και άλλο ένα ποίημα της ίδιας περιόδου:

δεν πονώ. δεν ουρλιάζω
δεν πονώ
το μηδέν
το απόλυτο μηδέν
η καρδιά, τα μάτια, το αίμα
το αίμα
μια οπτασία, ένα φάντασμα, ένας βρυκόλακας
μεταλλάξεις
χορός χρωμάτων και φως
άπειρο φως
κάτω απ το φως μιας λάμπας 60 κεριών
πως χώθηκες έτσι μέχρι τον εγκέφαλο
μέσα σε τούτο το κενό
θυμάσαι μήπως ποιοι δολοφόνησαν τον caspar
απ’ την αρχή ως το τέλος μια απόγνωση. δεν νομίζεις
Ή
πως θα μπορούσα να ξεπλύνω
αυτόν τον γκρίζο λεκέ
στο κέντρο του σύμπαντος;

Τα «Ηρωικά Κορίτσια» καλύπτουν την περίοδο 1997 – 2010, δεν εξαντλούν όμως το εύρος της ποιητικής παραγωγής της Μαρίας εκείνο το διάστημα. Για παράδειγμα, μεταξύ 2005 με 2009, έγραψε μια ωραιότατη σειρά ποιημάτων, σημειώσεων και χαϊκού, ημερολογιακού και αυτοβιογραφικού χαρακτήρα. Πολλά από αυτά έχουν να κάνουν με την ψυχική νόσο (με την οποία η Μαρία Ταταράκη έδωσε σκληρή μάχη για 15 χρόνια). Εδώ είναι ένα από αυτά τα ποιήματα, γραμμένο στις 2 Δεκεμβρίου 2005:

~ ~ ~ έχω την τιμή να νοσώ ψυχικά.
Ή θάπρεπε να ξεχάσω τους σκοτωμένους φίλους
μου στο δάσος με τα κυκλάμινα και τις λέξεις
να χαζεύω εκεί στα βασίλεια των ανθρωπο-
φάγων με τη λάμψη στα μάτια, βουλιμικά θαρρείς,
το ψυχορράγημα του σφαγίου.
να υποπτεύομαι την ηδονή,
την μετριοπάθεια,
την πικροδάφνη στα μάτια μιας Πέτρας,
το σινεμά και τους μυρτώους έρωτες
που μέσα του ευδοκιμούν.
Θα πρεπε να προσπερνώ αδιάφορα
χρυσοκοντυλλένια χειρόγραφα διότι είναι
της δικαιοδοσίας των αρμοδίων φιλο-
λόγων κι εκτός διδακτέας εξάλλου
να μην είναι ούτε μια νύχτα με φεγγάρι
να μαρέσει γιατί πάντα φοβόμουνα τα
πλάσματά της
θα πρεπε πάντα διαχυτικός, ατακαδόρος
και ξύπνιος να τρέχω λόγου χάριν στο σφύριγμα
του κέρδους και να λέω στην ικεσία πως
έχω εγώ τα δικά μου σπαρτά.

~ . ~ . ~ φιγούρες πλώρης, να απορώ, α, αυτοί
οι ακίνητοι οι μέτριοι κι ο βραχνός
προφήτης να υπομένει με το
φέρσιμο των ανέμων και των δέντρων
της ιδιαίτερης πατρίδας του.
Ή θα πρεπε, εγώ ο υγιής, να περνώ ήσυχες
νύχτες, γνωρίζοντας ότι ο πάσχων της αρμοδιότητός
μου έχει υποχρεωθεί να περιφέρεται μ ένα
κουτί στα χέρια, τι τα θέλουμε εμείς
τα ηλεκτροσόκ ας βυθίσουμε την τρέλλα
στη δική μας τρέλλα.
Μην αποσύρεσαι, να λεγα στον τρελλό
της επικράτειας μου, σε χρειάζομαι
να σκιάζω τους τολμηρούς.
Αλλά μόνο έτσι σε χρειάζομαι σαν
γυμνό κερί που έλιωσε ερήμην μου.
Εγώ, τί, εγώ σε συνταγογραφούσα.
Σου ανέθετα χρέη γραμματέως στο σχολείο μου
Σου έκανα διάλογο αντίστασης και προοπτικής
… Ας πήγαινες διακοπές κι εσύ
το καλοκαίρι όπως και κάθε
εχέφρων αδειούχος.

Θα αναρωτιέται ίσως κανείς γιατί δεν εμφανίστηκε στα γράμματα νωρίτερα η Μαρία Ταταράκη. Δεν ήθελε; Δεν την ενδιέφερε να δημοσιευτεί; Υπάρχει ένα τετράδιό της με ποιήματα από το 1984, που μαρτυρά το αντίθετο. Το τετράδιο αυτό έχει ένα σχόλιο επάνω από τον Ντίνο Χριστιανόπουλο:

«Μαρία Ταταράκη

ευγενικά αισθήματα κι ευαισθησία
που και που μερικοί καλοί στίχοι
θέλει όμως πολλή εξάσκηση στο γράψιμο,
γιατί μόνο με έρωτα δε γίνεται το ποίημα.»

Γνωρίζοντας τα αυστηρά κριτήρια του Ντίνου, το σχόλιο αυτό σε μια 25χρονη ποιήτρια, δεν φαντάζει και τόσο κακό. Και σίγουρα το ποιητικό της έργο από εκεί κι έπειτα δεν χτίστηκε μόνο πάνω σε ερωτική θεματολογία. Η αλήθεια είναι ότι από το 1987 μέχρι και το 1995 έχουμε ένα μικρό κενό, αν όχι στην παραγωγή ποιητικού έργου, τότε σίγουρα στην προσπάθειά της Μαρίας να το επικοινωνήσει με άλλους.

Ήταν τότε που γεννήθηκα εγώ, που η Μαρία παντρεύτηκε και παράλληλα ξεκίνησε να εργάζεται στη μέση εκπαίδευση ως καθηγήτρια φιλόλογος. Είναι γενικά καλό, όταν ασχολούμαστε με μια εργαζόμενη γυναίκα, που γράφει ποίηση, πριν κάνουμε τις υποθέσεις μας για το έργο της, να λαμβάνουμε υπόψιν και τις οικονομικές, εργασιακές και οικογενειακές συνθήκες της ζωής της.

Η Μαρία επέλεξε να γίνει μητέρα μου κατ’ αρχάς, και να τιμήσει αυτό τον ρόλο, όπως επέλεξε επίσης να υπηρετήσει το λειτούργημα της δασκάλας στα σχολεία. Εκεί λοιπόν επικέντρωσε τις δημιουργικές της δυνάμεις για 25 χρόνια, παρά στην προώθηση του ονόματός της και του ποιητικού της έργου. Ωστόσο δεν σταμάτησε στιγμή να μελετά, να γράφει και να εργάζεται σκληρά πάνω στον λόγο.

Στα τέλη της δεκαετίας του 90 η Μαρία γνώρισε τον Μάριο Μαρκίδη, ο οποίος ήταν ψυχίατρός της και του οποίου το λογοτεχνικό έργο εκτιμούσε ιδιαίτερα, όντας η ίδια και φανατική αναγνώστρια του περιοδικού Σημειώσεις. Έχω επίσης αλληλογραφία της από το 2004 με τον παππού μου Κάρολο Τσίζεκ και την τότε σύζυγο του, Μαρία Καραγιάννη, οι οποίοι σχολιάζουν αναλυτικά ορισμένα ποιήματα που τους είχε στείλει η μητέρα μου.

Τα αναφέρω όλα αυτά, γιατί θεωρώ ότι έχουμε μπροστά μας το έργο μιας εξαιρετικής ποιήτριας. Η οποία, αν και πολύ διακριτική, δεν ήταν κρυψίνους, από ό,τι φανερώνεται. Και με ενδιαφέρουν οι λόγοι για τους οποίους, ένα τέτοιο έργο, όσο η δημιουργός του ακόμα ήταν εν ζωή, αντιμετωπίστηκε κυρίως με συγκατάβαση, αυστηρότητα ή αδιαφορία. Πώς το χάσαμε; Πώς μας διέφυγε;

Τα πράγματα άλλαξαν λίγο μετά τον θάνατο της Μαρίας, το 2010. Κάποια από τα τελευταία ποιήματά της, που τα είχα στείλει στον Κάρολο Τσίζεκ και τη Μαρία Καραγιάννη, εκτιμήθηκαν πολύ. Ο Κάρολος με τη Μαριέττα αφιερώσανε μερόνυχτα στο να τα επιμεληθούν, και να τα στείλουνε στον Γιώργο Κορδομενίδη, ο οποίος τα εξέδωσε στο περιοδικό Εντευκτήριο το 2012. Με το έργο της Μαρίας ασχολήθηκαν επίσης με θέρμη και μεράκι η Μαίρη Κλιγκάτση, ο Βασίλης Ρούβαλης, ο Τάσος Σαγρής, η Σίσσυ Δουτσίου, η Μελίτα Κάραλη και άλλοι, και ενδιαφέρθηκαν, ο καθένας με τον τρόπο του, να δημοσιεύσουν ή να διαδώσουν το υλικό της.

Το 2017 αγκάλιασαν την ποίηση της Μαρίας Ταταράκη οι συνεργατικές Εκδόσεις Ακυβέρνητες Πολιτείες. Θέλω να ευχαριστήσω τον Χρήστο Μανούκα και τα υπόλοιπα παιδιά που πήρανε πάνω τους αφιλοκερδώς και με αυταπάρνηση την έκδοση αυτής της ανθολογίας και που επιτέλους δώσανε σε μια λαμπρή ποιητική φωνή το κατάλληλο βήμα για να ακουστεί.

Δεν το θεωρώ τυχαίο που τελικά έγινε έτσι η πρώτη δημοσίευση του έργου της Μαρίας, από έναν εκδοτικό οίκο που διέπεται από πνεύμα αλληλεγγύης και αυτοδιαχείρισης, όπου δεν υπάρχει καμία σχέση μισθωτής εργασίας-εξάρτησης, κάθε μέλος είναι ισότιμο με τα άλλα, εφαρμόζεται άμεση δημοκρατία σε όλες τις αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται μέσω της Γενικής Συνέλευσης των εργαζομένων.

Ίσως οι λέξεις της Μαρίας Ταταράκη, οι οποίες κατοικούνε στην κόψη της Ουτοπίας, να περιμένανε ένα τέτοιο ουτοπικό εγχείρημα, όπως οι Ακυβέρνητες Πολιτείες, να ωριμάσει, για να μπορέσουνε και αυτές να τυπωθούνε στο χαρτί.

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΙΤΛΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑΣ
Τα κριτήρια λοιπόν με τα οποία επιλέχθησαν τα ποιήματα που απαρτίζουν την παρούσα ανθολογία είναι τα εξής.

Στο επίκεντρο κάθε ποιήματος βρίσκεται κάποιος γυναικείος χαρακτήρας (από την ιστορία, την ελληνική μυθολογία ή τον κοινωνικό κύκλο της ποιήτριας).
Τα ποιήματα της ανθολογίας είναι ελεγείες (με την έννοια του θρηνητικού και στοχαστικού ποιήματος που ο όρος αυτός απέκτησε στην αγγλική λογοτεχνία μετά τον 16ο αιώνα).
Ο τίτλος «Ηρωικά Κορίτσια» προέρχεται από στίχο της ποιήτριας που λέει:

«Ηρωικά Κορίτσια οι λέξεις μου
τραβούν ολόισια στον κίνδυνο
τω όντι αγαπημένα από αγαπημένους.»

Εδώ η ποιήτρια χρησιμοποιεί ως αναφορά τα τελευταία λόγια της Ισμήνης στην αδερφή της Αντιγόνη, την ώρα που η Αντιγόνη φεύγει για να θάψει τον αδελφό της Πολυνείκη, αψηφώντας το διάταγμα του Κρέοντα και πενθώντας παραβατικά. Σε ένα άλλο ποίημα, το «Κατά Συνθήκην Λέξεις», η ποιήτρια κάνει απευθείας αναφορά στην Αντιγόνη, με τον στίχο:

«Κι εσύ μια πέτρα ή μια σιωπή εκεί
μικρή σαν κυκλάμινο Αντιγόνη.»

Ο στίχος «μικρή σαν κυκλάμινο Αντιγόνη» συνοψίζει κατά τη γνώμη μου το μεδούλι της έμβιας ύλης και των ανθρώπινων αγώνων. Αν τον αντιπαραβάλλουμε με τους στίχους από το λιανοτράγουδο «Κουβέντα με ένα Λουλούδι» του Γιάννη Ρίτσου μπορούμε να δούμε πιο καθαρά τί εννοεί η Μαρία. Ότι καθετί το όμορφο γεννιέται στις ρωγμές του κατεστημένου. Ότι ο δρόμος της εξέλιξης εμποδιζόταν πάντα από τεκτονικές πλάκες απάθειας. Ότι η ζωή πάντα ήταν – και δεν μπορεί να είναι άλλο από – παραβατική.

Το κυκλάμινο είναι μια Αντιγόνη, που γεννήθηκε στη ρωγμή ενός βράχου, παραβιάζοντας τη ρητή εντολή του κόσμου των πιθανοτήτων. Έτσι, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει που στη σημερινή Ευρώπη η απολυταρχία των τραπεζών συνθλίβει τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας. Στο ερώτημα επανάσταση ή αυτοκτονία η φύση απάντησε αιώνες πριν με το λουλούδι. Είναι σαν να μας λέει εδώ η ποιήτρια: ανθίστε σαν την Αντιγόνη και η ζωή θα βρει τον δρόμο της.

ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΑΤΑΡΑΚΗ

Σε ένα άλλο ποίημα, η Μαρία λέει: «Κορίτσια οι λέξεις μου». Δεν υπάρχει πιο φεμινιστικός στίχος από αυτόν. Με αυτό τον στίχο το γυναικείο σώμα συγχωνεύεται με την ίδια τη γραφή. Η Ταταράκη συγχωνεύει τον εαυτό της με το έργο της, επιδιώκοντας έτσι την ενότητα με τον κόσμο. Γιατί το πρώτο υποκείμενο στον κόσμο είναι η μητέρα. Η πρώτη μαθητεία στη γλώσσα γίνεται αρχικά μέσα από το σώμα της μητέρας και έπειτα μέσα από το νόμο του πατέρα – του κόσμου δηλαδή των ενηλίκων που δίνει περισσότερη εξουσία στους άνδρες, παρά στις γυναίκες. Η Ταταράκη επεκτείνεται στο παρελθόν και στα βάθη της προοιδιπόδειας ομιλίας και με αυτό τον τρόπο αντιστέκεται στην φαύλη πρακτική της πατριαρχίας, δηλαδή της ψυχικής βίας που προσπαθεί να πείσει πάνω από τον μισό ανθρώπινο πληθυσμό του πλανήτη ότι είναι λιγότερο έξυπνες και ότι οφείλουν να είναι υποταγμένες.

Σύμφωνα με τη Marianne DeKoven, μπορούμε να διακρίνουμε δύο γλώσσες: τη συμβατική, πατριαρχική ομιλία μας και μια πειραματική, αντιπατριαρχική. Η πρώτη εξυμνεί το θρίαμβο του αρσενικού έναντι του θηλυκού, του μεταοιδιπόδειου έναντι του προοιδιπόδειου, του λεξικού του πατέρα έναντι του σώματος της μητέρας, του νοήματος έναντι των πραγμάτων, της γραμμικότητας έναντι του πολυδιάστατου – με δυο λόγια του σημαινόμενου έναντι του σημαίνοντος.

Απορρίπτοντας λοιπόν την καταπιεστική πατριαρχική γλώσσα, τοποθετώντας τον εαυτό της στην ψυχοκοινωνική θέση των γυναικών, αγαπώντας το παιχνίδι του σημαίνοντος, η Ταταράκη επανακτά επίσης το σώμα της μητέρας.

Η ίδια έχει γράψει ότι «η ποίηση είναι γένους θηλυκού». Μια ισχυρή διατύπωση, με την οποία κάποιοι ίσως διαφωνήσουν, ως προς την καθολικότητά της, αλλά η οποία σίγουρα ισχύει όσον αφορά συγκεκριμένα την ποίηση της Μαρίας Ταταράκη. Χαρακτηριστική είναι η επιλογή της να παρουσιάζει ξαναγραμμένες, εκθηλυμένες εκδοχές των κλασικών και των χριστιανικών μύθων, με έναν τρόπο που φέρνει στο νου τo έργο «Αντάρτισσες» (Les Guerilleres) της γαλλίδας φεμινίστριας συγγραφέως Monique Wittig.

Στα «Ηρωικά Κορίτσια», βλέπουμε την ανάδειξη μιας γλώσσας «κοντά στο γυναικείο σώμα», μιας σωματοποίησης της Ελληνικής γλώσσας, που συνδέεται με τη φωνή και το σώμα της μητέρας, και αφήνει την «αγριότητα» του ασυνειδήτου να αναδυθεί και να υπερισχύσει της εξημερωμένης λογικής του υπερεγώ ή του Νόμου.

Τα «Ηρωικά Κορίτσια» είναι εξ’ ορισμού παραβατικές υπάρξεις, είναι αντάρτισσες Αντιγόνες και η γλώσσα τους είναι γλώσσα παραβατική, αντιεξουσιαστική και αντιπατριαρχική.

Έτσι η Μαρία Ταταράκη, ως ποιήτρια αλλά και ως διανοήτρια, συναντάει την παράδοση των Γαλλίδων συγγραφέων που αναδείχτηκαν ως πρότυπα στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν μια νέα γλώσσα προκειμένου να μιλήσουν για το γυναικείο σώμα και να τη συγχωνεύσουν με μια ριζοσπαστική, γυναικοκεντρική πολιτική. Συγγραφείς όπως η Monique Wittig, η Helene Cixous και η Luce Irigaray.

Η Irigaray ισχυρίζεται ότι η αναγνώριση της ιδιαιτερότητας του γυναικείου ερωτισμού αναγκαστικά συνεπάγεται την παραδοχή μιας ιδιαιτερότητας στη σχέση των γυναικών με τη γλώσσα. Σε αντίθεση με τη λογική του «φαλλικού» λόγου – ο οποίος χαρακτηρίζεται από γραμμικότητα, συγκρότηση, βεβαιότητα υπεροχής, αυθεντίας και πάνω απ’ όλα ενότητας -, ο φεμινιστικός λόγος πρέπει να αγωνιστεί για να μιλήσει διαφορετικά.

«Αν δεν επινοήσουμε μια γλώσσα, αν δεν βρούμε τη γλώσσα του, το σώμα μας θα διαθέτει πολύ λίγες χειρονομίες για να συνοδεύσει την ιστορία του», λέει η Irigaray. Η σιωπή δεν είναι λύση για τις γυναίκες.

Στο δοκίμιο «La Jeune Nee [Η νεογέννητη γυναίκα ή Η ξαναγεννημένη γυναίκα], η Helene Cixous λέει πως «Γράφοντας τον εαυτό της η γυναίκα θα γυρίσει σ’ αυτό το σώμα το οποίο κατά το μεγαλύτερο μέρος της έχει αφαιρεθεί. Λογοκρίνοντας το σώμα, λογοκρίνουμε την ίδια στιγμή την αναπνοή και την ομιλία.»

Η Cixous ασχολήθηκε επισταμένως με την εγγραφή του γυναικείου σώματος και της γυναικείας διαφοράς στη γλώσσα και στο κείμενο. Δημιουργεί μια γραφή που καλεί σε επιστροφή στη «Σκοτεινή ήπειρο» της γυναικείας σεξουαλικότητας. Μια ουτοπική επιστροφή στη φαντασιακή προοιδιπόδεια τάξη μέσα από την ανάμνηση του σώματος της μητέρας που μπορεί να εκφραστεί μέσα από μια γραφή σωματική, αίροντας κάθε απαγόρευση και καταργώντας το Νόμο του Πατέρα. Είναι η «έλευση της γυναίκας στη γραφή» που δημιουργεί τα «sexts», δηλαδή τα κείμενα που συνδέονται με την ερωτική επιθυμία και το φύλο.

Η Μαρία Ταταράκη, στο ποίημα «Αγχιβασίης Αμυθήτου, Γόνιμος Γραμμή», μιλάει για αυτήν ακριβώς την έλευση. Μας λέει την ιστορία της Χριστίνας, μιας δασκάλας τεχνικών εκπαιδευτηρίων που δίδαξε στην άγονη γραμμή των συνοικιών που βρίσκονται κάτω από την Αχαρνών. Η Χριστίνα λάτρεψε τους μαθητές της και στην «κόψη της ουτοπίας», στη «συνουσία» που ήταν η μεταξύ τους σχέση, γεννήθηκε η ψυχή των πραγμάτων κι η φωτεινή ιστορία του ανθρώπου. «Εξαιτίας ενός έρωτα που σκάβει το πρόσωπο».

Η ποιήτρια μας λέει πως η ψυχή της Χριστίνας ήταν «Ελευσία» και πως μάλιστα η Χριστίνα παραστάθηκε στη γέννηση του Απόλλωνος, παρηγορώντας τη μάνα του, τη Λητώ, στις ωδίνες της. Αποκαλεί την Χριστίνα «Ειλειθυία», Μεγάλη Ερωτική.

Η Ειλειθυία, ή Ελευθώ, ήταν η θεά της γέννησης και των πόνων του τοκετού. Βοηθούσε τις γυναίκες να γεννήσουν και ν’ αντέχουν τους πόνους της γέννας. Κατά την αρχαία παράδοση το όνομα αυτό οφείλεται σε ικετευτική κραυγή των επιτόκων: «Ελθέ!», «Ελθέ!» με την οποία καλούσαν τη θεά σε βοήθεια.

Από εκεί βγαίνει ετυμολογικά και η λέξη ελευθερία. Βλέπουμε δηλαδή ότι μέσα από το ποίημα αυτό, η Μαρία Ταταράκη «εκμαιεύει» την έννοια της ελευθερίας μέσα από την έλευση της γυναίκας στη γραφή. Μέσω της επινόησης δηλαδή μιας γλώσσας του γυναικείου σώματος, που επιτρέπει σε πολιτιστικό και κοινωνικό επίπεδο στις συνειδήσεις των ανθρώπων να απεγκλωβιστούν από λανθάνουσες πατριαρχικές και φασιστικές αντιλήψεις και να ξαναγεννηθούν στο ουτοπικό φως του μέλλοντος.

«Αλλά την ώρα την πολυάνθεμο, τη δενδρώτιδα ώρα, θα φανεί στο
φως αρτιωμένος ο Ορφέας.
Γιατί τη νεράιδα που παραστάθηκε στη γέννησή του, οι παλαιοί
την είπαν Ελευθώ – Ένα όνειρο στα κύματα της μοίρας-
Κορίτσι που φύλαξες το μυστικό σου στα χίλια χρώματα των πέπλων
σου.
Για να σωθεί το αίνιγμα, για να μην απομαγευθεί η πλάση.»

Ξεκινώντας λοιπόν από την έκκληση των Γαλλίδων φεμινιστριών συγγραφέων για την επινόηση μιας γλώσσας του γυναικείου σώματος, βλέπουμε τη Μαρία Ταταράκη να φτάνει τελικά στο να υπηρετεί και το όραμα του κινήματος του υπερρεαλισμού για επαναμάγεμα του κόσμου μέσω της δημιουργίας του νέου μύθου.

Απορρέει από αυτή την αναπάντεχη σύγκλιση ότι η κριτική της πατριαρχίας που κάνει ο φεμινισμός και η κριτική του καπιταλισμού που κάνει ο υπερρεαλισμός (μέσα από τη στενή σχέση του με τον μαρξισμό) κάποτε αναπόφευκτα συναντιούνται.

Ο υπερρεαλισμός είναι απαραίτητος σε μια κοινωνία όπου δεν θέλουμε να ξαναϋπάρξουν Άουσβιτς, Νταχάου και Μπέργκεν-Μπέλσεν. Σε μια κοινωνία όπου ο άνθρωπος δεν θα αναχθεί ξανά σε αριθμό. Σε μια τέτοια κοινωνία, είναι απαραίτητο το επαναμάγεμα του κόσμου που αποπειράται ο υπερρεαλισμός.

Και για να γίνει αυτό σήμερα, στον 21ο αιώνα, τον χωρίς συλλογικά οράματα, είναι απαραίτητη η δημιουργία του νέου μύθου – η διάσωση του μύθου από τη ναζιστική κηλίδα, με το ουτοπικό φως του μέλλοντος. Όπως λέει ο Michael Löwy, ο υπερρεαλισμός είναι το ακονισμένο στιλέτο που επιτρέπει να κόψουμε τα νήματα του αριθμητικού ιστού της αράχνης, του πνεύματος του ορθολογιστικού απολογισμού κερδών και απωλειών.

Στην κόψη αυτού του στιλέτου κατοικεί η ποίηση της Μαρίας Ταταράκη, κι εκεί μας καλεί να ζήσουμε: στην κόψη της Ουτοπίας.

ΜΙΑ ΓΛΩΣΣΑ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΣΩΜΑ

Τα Ηρωικά Κορίτσια είναι οι εξεγερμένες υπάρξεις και τα εκστατικά υποκείμενα μιας τέτοιας μετα-καπιταλιστικής πραγματικότητας. Η έλευση της γυναίκας στην γραφή αναπόφευκτα ανατρέπει το κυρίαρχο αφήγημα του δυτικού πολιτισμού και μπορεί να επιφέρει θεμελιώδεις αλλαγές στην παιδεία και στην παθιασμένη με τα όπλα μαζικής καταστροφής κουλτούρα μας. Αν τα όρια της γλώσσας μας ορίζουν τα όρια του κόσμου μας και όσα ξέρουμε είναι αυτά για τα οποία έχουμε λέξεις, τότε μια γλώσσα κοντά στο γυναικείο σώμα μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.

Γιατί είναι μια γλώσσα που δεν φοβάται να θέσει ερωτήματα όπως: με ποιο τρόπο η ακεραιότητα αντιμετωπίζει την καταπίεση; Τι κάνει η τιμιότητα όταν έρχεται αντιμέτωπη με την προσβολή; Με ποιον τρόπο η αρετή αντιμετωπίζει την ωμή επιβολή δύναμης;

Μια γλώσσα κοντά στο γυναικείο σώμα, είναι μια γλώσσα που μαρτυρά την ομορφιά που υπάρχει στο να φλέγεσαι για δικαιοσύνη. Γιατί είναι μια γλώσσα που αποκαλύπτει ότι «είμαι αυτός που είμαι επειδή κάποιος με αγάπησε». Και η δικαιοσύνη, κατά τον Αφροαμερικανό φιλόσοφο Cornel West, είναι η όψη της αγάπης στον δημόσιο βίο.

Γιατί είναι μια γλώσσα που καθιστά σαφές ότι η κατάσταση της αλήθειας είναι να επιτρέπει στον πόνο να μιλήσει. Και δεν επιτρέπει η γλώσσα αυτή να μιλάμε περί αλήθειας, χωρίς να εστιάσουμε σε αυτούς που, όπως λέει ο Malkolm X, «ζούνε την κόλαση».

Μια γλώσσα κοντά στο γυναικείο σώμα, είναι μια γλώσσα τρυφερότητας. Αν η δικαιοσύνη είναι η όψη της αγάπης στον δημόσιο βίο, η τρυφερότητα είναι η όψη της αγάπης στον ιδιωτικό μας βίο.

Και η ανθολογία της Μαριάς Ταταράκη, είναι μια απόπειρα να αποκτήσει ξανά η ελληνική γλώσσα την Στρατευμένη Τρυφερότητα, την Ανατρεπτική Γλυκύτητα και τη Ριζοσπαστική Ευγένεια που είχε η φωνή του Γιάννη Ρίτσου, του Μάνου Χατζηδάκι, του Μάνου Κατράκη, της Ρόζας Εσκενάζυ, της Φλέρυς Νταντωνάκη, της Σωτηρίας Μπέλλου, της Μαρίας Δημητριάδη, η φωνή των πολιτικών κρατούμενων όταν τραγουδούσαν στα ξερονήσια και τις φυλακές και οι φωνές των νέων όταν ανέτρεπαν μια δικτατορία.

Τρυφερότητα, γλυκύτητα, ευγένεια. Αυτές είναι οι πρώτες ύλες της ριζοσπαστικής μας ανάλυσης του νεοφιλελευθερισμού, του μεγάλου κεφαλαίου και της σύγχρονης πλουτοκρατίας.

Ανατρεπτική γλυκύτητα είναι η εύψυχη μουσική, η εύψυχη αλληλεπίδραση, είναι το να μοιραζόμαστε μια καταπραϋντική γλυκύτητα μπροστά στην απειλή της καταστροφής που έρχεται καταπάνω μας. Είναι το να ονειρευόμαστε αλληλουχίες, να συμπονούμε αλαφροϊσκιωτους, να δακρύζουμε και να αρτιωνόμαστε «κατά τον τρόπο των κυκλαμίνων», όπως λέει η ποιήτρια. «Σθεναρά. Εξαίσια. Απρόβλεπτα».

Με τον τρόπο αυτό στον Επιτάφιο του Ρίτσου ο θρήνος της μάνας του νεκρού νεαρού στην διαδήλωση των καπνεργατών μετουσιώνεται σε κάλεσμα για ξεσηκωμό, και ο γιος της ανασταίνεται μέσα στις φλέβες όλων.

«Γλυκέ μου, ἐσὺ δέ χάθηκες, μέσα στὶς φλέβες μου εἶσαι.
Γιέ μου, στὶς φλέβες ὁλουνῶν, ἔμπα βαθιά καὶ ζῆσε.»

*Το κείμενο το πήραμε από εδώ: https://cizek.wordpress.com/

One response to “Η Έλευση της Γυναίκας στη Γραφή

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s