Μάνθος Λύκαμνος, «Τα ρέκβιεμ της κουρελοποιίας», Εκδόσεις Libris X Machina

ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Έχει παρατηρηθεί αρκετές φορές η προσπάθεια αρκετών ποιητών να αποδώσουν μια ποίηση εντελώς ελεύθερη χωρίς περιορισμούς. Άλλοι πέτυχαν να δώσουν κάτι ξεχωριστό και άλλοι όχι.
Έχουμε, λοιπόν, στα χέρια μας την ποιητική συλλογή του Μάνθου Λύκαμνου «Τα ρέκβιεμ της κουρελοποιίας», που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Libris X Machina.
Το πρώτο, που παρατηρούμε είναι ότι η συγκεκριμένη ποιητική συλλογή έχει μια ιδιαίτερη ορθογραφία, που θα την χαρακτηρίζαμε πιο ελεύθερη. Ο στίχος αλλού είναι ελεύθερος και αλλού ακολουθεί πιο παραδοσιακή φόρμα με χαλαρές ρίμες και έναν εσωτερικό ρυθμό, που κάνει τα ποιήματα να διαβάζονται αβίαστα ενώ αρκετά από αυτά θα μπορούσαν να μελοποιηθούν.
Η ποιητική συλλογή του Μάνθου Λύκαμνου είναι χωρισμένη σε τέσσερις ενότητες: Σεληνιασμοί και σπιτικές ιερουργίες, Μότο-ποίηση, εξεγερτική ποίηση, ζωική ποίηση. Τέσσερις ενότητες, τέσσερα ρέκβιεμ, που θρηνούν για όσα βλέπει ο ποιητής να συμβαίνουν γύρω του αρχίζοντας από το προσωπικό. Το προσωπικό, που αρχίζει από τον έρωτα, που μπορεί να επιβιώσει ενάντια στις αντιξοότητες: «κι αν ειν’ τα σπιτια μας κλειστα και μπορες τα χτυπανε / θαρθουν παιδια στην πορτα σου που ξερουν να αγαπανε». Όμως, ο έρωτας μπορεί να χαθεί ή να έχει τραγική κατάληξη. Τότε ο ποιητής συνεχίζει να δημιουργεί μοναχικά και περήφανα. Μοναχικός σαν λύκος, περήφανος σαν αετός και ταξιδιάρικος σαν γκιώνης. Να γίνει Απάτσι των τρώγλεων και να σηκώσει τα μαύρα λάβαρα των υπονόμων. Ο μοναχικός λύκος, που θα ανέβει στην μοτοσυκλέτα σαν σύγχρονος κουρσάρος, σαν τσιγγάνος, που αλλάζει συνέχεια κατοικία, σαν ινδιάνος της ασφάλτου, νοσταλγεί μια επιστροφή στη φύση, στην αθωότητα και στην αγνότητα, που διακρίνει τους αμνούς. Εδώ μπορεί να ταιριάξει και το επώνυμο Λύκαμνος. Λύκος μοναχικός, αλλά και αγνός σαν αμνός. Ένας λύκαμνος, που ψάχνει καταφύγιο σε μια πόλη που δεν κοιμάται. Που λαχταρά μια γλυκιά κουβέντα, ένα χάδι, όμως, δεν βρίσκει ανταπόκριση γιατί «τα φωτα της ραμπας εκλεισαν / μηπως ηταν απο παντα σβηστα?»
Όμως, ο ποιητής ψάχνει να βρει διέξοδο κι αναρωτιέται: «Πες μου πως δραπετεύουμε στ’ ονειρο του φυγά / του αετού του αρχέγονου. / Δείξε μου τον τρόπο να γίνουμε πάλι παιδιά / παιδιά ατελή και άχρονα. / ζώα ουτοπικά. / Να μην λοξοδρομήσουμε στον δρόμο του φονιά.» Κι όμως, υπάρχει διέξοδος. Υπάρχει λύση. Αρκεί να το συνειδητοποιήσουν όσο περισσότεροι γίνεται: «το ξαναλεω πως η πορτα της φυλακης ειναι ανοιχτη / γνωριζουμε τον δισταγμό για το μεγαλο άλμα / ενα σαλτο ομως ειναι η εφοδος στον ουρανο».
Πριν κλείσουμε αξίζει μια αναφορά και στα σκίτσα που στολίζουν το εξώφυλλο και αρκετές σελίδες της ποιητικής συλλογής του Μάνθου Λύκαμνου. Πρόκειται για έργα του ίδιου του ποιητή, που με την ψυχεδελική τους ατμόσφαιρα συνοδεύουν υποβλητικά τα ποιήματα.
Συμπερασματικά, από την ποιητική συλλογή του Μάνθου Λύκαμνου “Τα ρέκβιεμ της κουρελοποιίας», αναδεικνύονται οι τέσσερις άξονες των ανθρώπινων αξιών, που είναι ο έρωτας, η ελευθερία της ταχύτητας, η εξέγερση και η αδερφική αγάπη για τα ζώα. Ο ποιητής ως άλλος λυπημένος στρατιώτης με αυτό το έργο του καταφέρνει «να κάνει σαματά να διώξει τα πουλιά / μη τα βρει ο δολοφόνος στην πρώτη τους φωλιά.»

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s