Δεν θέλω την απουσία σου,
νύχτες και μέρες σφηνωμένες στο παράθυρο.
Το βλέμμα σου και το χαμόγελό σου, μόνο,
κάθε φορά πριν στρίψεις στη γωνία του δρόμου
απόμακρη και σκεφτική
Γεννημένο αστέρι που λαχταρά ζωή
σ’ ένα δωμάτιο από ρωγμές
τα βάθη σου λυγμός
σαν περιμένεις στην όχθη σου να φτάσει
βαθύς για σένα στεναγμός.
Σαν δάσος ανοιξιάτικο χαμογελά,
τα σμαραγδένια μάτια της φωτίζουν.
Έχει μια δίψα, έχει φωτιά,
αμυγδαλιά στο στόμα της ανθίζει,
τα μάτια της,
τον πηγαιμό μου ξεστρατίζουν
τα μάτια της γεμάτα, όλο φωτιά,
την ερημιά της νύχτας κατακλύζουν
Δεν θέλω την απουσία σου.
Το μαγνητικό σου χαμόγελο
δεν αφήνει καμιά άλλη φωνή ν’ ακουστεί,
άλυτο αίνιγμα το βλέμμα σου όπως σιωπάς
σαγήνη ολόφωτη στου ουρανού τ’ αστέρια
κι αν στρίψεις στου δρόμου τη γωνιά
τον πηγαιμό μου μαζί σου πάρε μακριά.