Τους άκουσα την νύχτα ν’ ακονίζουν τα ξυράφια τους
επίδοξοι μνηστήρες
μ’ ένα σταυρό στρατόπεδο στο στήθος
των ολυμπίων ομοιώματα ευτελή
φυλακισμένοι στη μορφή τους
Κι ο μέλας λεληθώς πιο σκοτεινός
βαθιά μες στο λαγούμι του ήλιου
μώλωπες οροθετικές κραυγές
λάθρες πληγές ο βρόχος
είν’ ο καρκίνος που πλαγιοδρομεί
Ίσια
στην επικράτεια του κτήνους
κι είναι το σκούρο κυανό γενόσημο του τρόμου
(πάνω σε βόλια δίκυκλα)
βάρβαροι λαιστρυγόνες μ’ ολοπρόσωπες
εντολοδόχοι διαταγές βιασμοί κατ’ οίκον
Μα στην προστακτική
αγέρωχο το ι της φυχής σου
Ότι
δια νόμου τώρα διώκεται
η διαζευκτική
ζωή χωρίς διαστάσεις
Κι ο υπερθετικός λαός στις παρυφές
εκεί όπου γερνά το δράμα
Μα δεν αιρείται δίχως γδικιωμό το πλαστικό της ύλης
και η φωνή ολόρθη
ακέραια
στον οφθαλμό της μνήμης
Στο εκ διαμέσου
μην ξεχνάς
το ειλητάρι της ψυχής
δεμένο!
*Από τη συλλογή “Ένα κάτι πιο αργά”, Εκδόσεις Υποκείμενο”, 2021.