ΜΑΚΑΒΡΙΑ ΤΩΡΑ κοιμούνται τα φυτά
κι οι χτύποι χαμηλόφωνοι ώς την παύση.
νησάκια λέξεις που επιπλέουν
και φως πηγμένο μες στη ζέστη στέρεο.
Ακόμη αναζητώ το ολόκληρο
όταν η άμμος τρυφερά ανασταίνει
κόκκο τον κόκκο σχήματα ονείρων
που δεν χωράει ολόσωμος κανείς.
Να ‘χει ένα όνομα η συγκατάβαση
τόπο να παίζουν τα παιδιά,
ανάμεσα φτερού και σώματος
η γέννηση.
*Από τη συλλογή «Ανέμου», έκδοση «Πλανόδιο», Αθήνα 1999.