
Τα φωτοκύτταρα αρνιόντουσαν πεισματικά ν’ανοίξουν τις πόρτες.
Τη μόνη μέρα που πήγα στο μαγαζί της ζωής μου για να καταναλώσω.
Ήθελα πίσω τα χρόνια
αυτά που χάρισα βλέποντας τηλεόραση.
Τις αποφάσεις που άλλαξα για χάρη της μετριότητάς μου.
Πληρώνω όσο όσο.
Να πάρω πίσω φράσεις που ξεστόμισα
και σκούριασαν σε αυτιά ξένα
στις ηλίθιες συζητήσεις με μπάσταρδους
μόνο και μόνο
για να μην συγκρουστώ μαζί τους.
Τι ξόδεμα.
Βλέπεις δεν καταλάβαινα πως κανείς μεγαλώνει με το όχι.
Με την αγία άρνηση.
”ΚΛΕΙΣΤΟΝ” το μαγαζί λοιπόν.
Στο δρόμο της επιστροφής
ένα σχισμένο αλουμινόχαρτο σοκολάτας
πέρασε κάτω από τον βηματισμό μου.
Βιαζόταν για τη χωματερή.
Στο σπίτι όλα είχαν αναχωρήσει
βιβλία ,φλυτζάνια ,καπνικά και ακτινογραφίες
και με το στανιό λογιστής και λελογισμένος
σκυφτός παντού
παντού σκυφτός
μαζώχτρα στις θυρίδες και στα κιβώτια
τ’αυριανά κτερίσματα.
Αργά το βράδυ προσευχόμουν για αιώνια ζωή.
Πες μου τώρα Μυρτώ
ποια τέχνη
ποια αρχαιολογική σκαπάνη να γυρέψω
View original post 37 more words
Μέσα από την επίπονη κριτική, αυτοκριτική σας, αναζητήσατε στην Μυρτώ ( τόσο εσείς όσο και εμείς ) , το βάθος της τέχνης, την ομορφιά! μόνο που αμφιβάλλω, εάν η Μυρτώ,
Μυρτώ, εάν και σου οφείλουμε εξηγήσεις, συγγνώμες, κάνε την κριτική, αυτοκριτική σου, στα δειλινά κοιτώντας!
Τι θα πεις τώρα Μυρτώ στα δειλινά;