Έφη Καλογεροπούλου, από το “Έρημος όπως έρωτας”

Κι όπως ξεδίπλωνε το φιλμ
άρχισε να μετράει, αργά στην αρχή, γρήγορα με ρυθμό
κατόπιν, τόσοι οι ζωντανοί, τόσοι οι πεθαμένοι, τόσοι
οι ζωντανοί, τόσοι οι πεθαμένοι κι ανάμικτη σκόνη
και υγρασία μαζί, ασπρόμαυρη ζωή να πέφτει στο
τραπέζι, κι ύστερα κόβει, κόβει, κόβει μάτια, κι έλα να
παίξουμε, μου λέει.

– Τι βλέπεις;
– Τα μάτια είναι του χρόνου τα παράθυρα, του λέω.
– Τι βλέπεις;
– Τίποτα. Τίποτα για τίποτα, του λέω.
– Οι τυφλοί χαμογελούν, μου λέει.

Η γη γυρίζει, και το κομμένο φιλμ μυρίζει πια για τα καλά καμένο.
***
Spot σκοτάδι φως
μεταμορφώσεις του Αόρατου υπαινιγμοί
ανήσυχα έντομα που βομβίζουν ασταμάτητα
και πάλι στην αρχή του Ονείρου επιστρέφουν
και το όνειρο
ατμός σε ατμό βυθίζεται
και η μηχανή του περιστρέφεται
και αέρας φυσάει φυσάει
εκεί που ένα πουλί ανοιγοκλείνει τα φτερά του δίχως ήχο
οι λέξεις του είναι ελαφρές σαν χιόνι
και μιλάει φωνή ανθρώπου:

– Άρχισε; Τέλειωσε;
Τι έγινε κατά τη διάρκεια;
Ποιο όνειρο; Τι είπες; Πώς; Τι; Δεν ακούω.
Βυθίστηκε; Άρχισε; Αναπνέει; Τέλειωσε;
Ποιος έκοψε τη μέρα;
Ποιο όνειρο; Τι είπες; Πώς; Τι;
Δεν ακούω.
Δεν ακούω.

Φυσούσε δυνατά
σήκωνε σκόνη
δύσκολο να δεις μάτια.
Να δεις.

— Μετά; Τι έγινε μετά; Ποιος έσβησε το φως;

Σκάλες κατέβαιναν.

– Ποιος έσβησε το φως;
Τι έγινε; Πού πήγαιναν;
Ποιος έσβησε το φως;

*’Έρημος όπως έρωτας”, εκδ. Ποιείν, 2015.

Leave a comment