Δημήτρης Βούλγαρης, Σημείωση 2

Άσκοπα παλεύω κάθε πρωί με τα σύννεφα, για τη διεκδίκηση του καθαρού ουρανού. Αφού έρχεσαι εσύ και μου τον γκριζάρεις.

Εισχωρείς στον χαμηλοτάβανο ουρανό τού δωματίου μου και τον σπρώχνεις ακόμη πιο κάτω. Μου πατά το κεφάλι και το στέρνο. Ασφυκτιώ. Είσαι τόσο κοντά στο πρόσωπό μου, αλλά απόκοσμα μακριά. Σε παρατηρώ να στέκεις ψηλά στη δεξιά γωνία και να με κοιτάς. Σαν την αράχνη που ετοιμάζεται να δημιουργήσει και να κατακτήσει το χώρο μου. Προσπαθώ να τραβηχτώ από το κρεβάτι, σέρνοντας το κορμί μου στο πάτωμα.

Είναι όλα τόσο μικρά εδώ μέσα. Το δωμάτιο με πνίγει αλλά εσύ κοιτάς ασάλευτη. Μόνο τα μάτια σου μιλούν τα ίδια πάντα θλιμμένα λόγια. Όνειρα που καήκανε από την υπερβολική έκθεσή τους στο φως. Λάθος τύπωμα.

Κυλιέμαι ως τη γραφομηχανή μου, εκεί όπου θα σε σκοτώσω. Θα σε σπάσω σε λέξεις και θα σε βάλω στη σειρά όπως εγώ θέλω. Θα σε κάνω βιβλίο για να σε κρύψω στο ράφι μου και να σε κατεβάζω κάθε που ο περασμένος χρόνος θα μου χτυπά την πόρτα. Τότε όμως θα έχω ασχοληθεί τόσο με τη μορφολογική σου σημασία που δεν θα φοβάμαι πια να σε κοιτώ. Θα έχω ασχοληθεί και με εμένα. Θα έχω βρει την επεξήγηση των πράξεών μου και της επιλογής τού χρώματος που έκανα για σένα. Θα κοιτάζω με άνεση τα μάτια σου και δεν θα υποκύπτω στους πόθους που κρύβουν, γιατί θα σε έχω κάνει κτήμα μου.
Να φύγεις από αυτή τη γωνία.

Είναι το μέρος που μου αρέσει να κοιτώ όταν είμαι ξαπλωμένος και να προβληματίζομαι με τις διαστάσεις διαφόρων καταστάσεων. Ώρες ώρες ακόμη και της ύπαρξής μου ή του λόγου μου.
Όσο γράφω εσύ μικραίνεις και το δωμάτιο επιστρέφει στο πραγματικό του μέγεθος. Με το τέλος αυτής της πρότασης, το σώμα από λέξεις που σου πλάθω θα εχει μεγαλώσει κι εσύ θα είσαι τόσο μικρή, που πια δεν θα σε προσέχω.

Ο χώρος επανήλθε στα φυσιολογικά του πλαίσια ώστε να μπορώ να σταθώ όρθιος στα πόδια μου. Σου λέω ένα αόριστο καλημέρα, φορώ το παλτό μου και χύνομαι στο δρόμο για τον πρωινό καφέ μου και τα φρέσκα κουλουράκια με κανέλα. Ίσως να κρυφω λιγα ψίχουλα στις τσέπες μου και για σένα.
Αν συνεχιστεί αυτό, νομίζω ότι το δωμάτιο δεν θα αντέξει την καθημερινή συστολή-διαστολή.Ένα πρωι θα μας πλακώσει και τους δυο.

Θα φροντίσω να κοιμάμαι με τη γραφομηχανή στο πλάι μου.

Σου είπα να φύγεις από αυτή τη γωνία.

*Από το βιβλίο “Κονστάνς”, Εκδόσεις Απόπειρα, Αθήνα 2015.

Leave a comment