Ισμήνη Λιόση, Δύο ποιήματα

ΦΟΒΑΜΑΙ
φοβάμαι το χαλάζι και τις αστραπές
όπως εσταυρωμένο χιαστί
στέκω στο σχοινί κι αθώο
δαγκωμένο από την αγωνία του νερού
αποκαρωμένο πονηρό
άπληστο και λάγνο

αχ ας προλάβω
την έκλειψη της σελήνης
μέσα στην λαμπρή νύχτα της μήτρας
όπως θα την ανάβει ένα δάκτυλο Θεού

φοβάμαι τα αντρικά χέρια
και την θηριωδία τους
καθώς πλάθουν μικρούς θανάτους
στο γυναικείο σώμα
και τους θρηνούν μετά με φωνές
που τις γνωρίζουν μόνον
ένα ανήκουστο τύμπανο
και τα αθέατα θλιμμένα ντουντούκ
μίας απαγορευμένης ποιήσεως

***
Ο ΑΝΤΡΑΣ-ΨΑΡΙ

κάποτε ένας άντρας – ψάρι
χαϊδεύτηκε στα πόδια μας
κι αποκοιμήθηκε
στα καστανά χαμομήλια της ήβης

είπαν πως ήταν η ναυαγός ποίηση
πιασμένη στα δίκτυα μας
από όταν γίναμε αλιείς μοναξιάς
κι εκείνος χάθηκε
στα μπλε χρυσάνθεμα του θυμού μας

οι γόβες μας έκτοτε αποτελέσανε τα ποτήρια
που ήπιαν κονιάκ οι δήμιοι
και περπατήσανε μόνες
με τακούνια ψηλά
στην άβυσσο της συγχώρεσης

τώρα περιμένουμε ένα τραίνο
γεμάτο από βελούδινα καπέλα και παλαιά φιλιά
να διαπεράσει την μοίρα μας
να φυγαδευτούμε επιτέλους
προς το δεδικασμένο των πραγμάτων
που ορίζει

πως ανθρώπινο ριζικό είναι μόνο
η ερωτευμένη σάρκα
και ο ερωτευμένος θάνατος

*Από τη συλλογή “Arcana Lustra Νεκροταφείο φορεμάτων”, Εκδόσεις ‘Τύρφη”, Απρίλης 2016.

Leave a comment