Γκράουτσο:
Ὁ Χάρπο κι ὁ Τσίκο εἶπαν πώς, ἀφοῦ πεθάνουν, θὰ μᾶς στείλουν μήνυμα, ἂν μπορέσουν.
Τζὸρτζ Τζέσελ:
Ἔχεις νέα τους;
Γκράουτσο:
Διάολε, οὔτε λέξη.
ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ ἐδῶ στὸ Τόκιο εἶναι ὁ ὀγδοντάχρονος Γκράουτσο Μάρξ. Ἔφερα μαζί μου ἀπ’ τὴν Ἀμερικὴ ἕνα βιβλίο 586 σελίδων γιὰ τὸν Γκράουτσο σὲ προχωρημένη ἡλικία καὶ τὸ διαβάζω ὅποτε θέλω λίγη συντροφιά.
Ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου εἶναι Hello, I Must Be Going καὶ τό ‘χει γράψει ἡ φίλη του ἡ Σάρλοτ Τσάντλερ. Προσεγγίζει τὸν Γκράουτσο ἀπὸ ποικίλες πλευρές. Παραθέτει δικές της ἀναμνήσεις, καθὼς καὶ συζητήσεις του μὲ ἀνθρώπους ποὺ γνώριζε καὶ γούσταρε: τὸν Γούντι Ἄλεν, τὸν Τζὸρτζ Τζέσελ, τὸν Μπὶλ Κόσμπι, τὸν Τζὰκ Νίκολσον κ.ἄ. Διαβάζουμε ἐπίσης συνεντεύξεις μὲ τοὺς ζῶντες ἀδελφούς του Γκάμο καὶ Ζέπο.
Ἀσφαλῶς, ἀπὸ τὸν Χάρπο καὶ τὸν Τσίκο… διάολε, οὔτε λέξη.
Τὶς τελευταῖες ἕξι ἑβδομάδες κάνω παρέα μ’ ἕναν ἡλικιωμένο Γκράουτσο Μάρξ. Λυπᾶμαι ποὺ ἐκ τῶν πραγμάτων ἡ σχέση αὐτὴ δὲν μπορεῖ νά ’ναι ἀμφίδρομη. Ἔχω διαβάσει ἑκατοντάδες ἀνέκδοτα μ’ αὐτὸν πρωταγωνιστή, ἔχω γελάσει καὶ μ’ ἔχει συναρπάσει τὸ σπιρτόζικο πνεῦμα του.
Ὅταν δὲν περνῶ τὸν καιρό μου μὲ τὴ μορφή του ἀπ’ τὸ βιβλίο νὰ καθρεφτίζεται ψηλὰ στὸν οὐρανὸ τοῦ Τόκιο πάνω ἀπ’ τὸ ξενοδοχεῖο καὶ τὸ μικρὸ δωμάτιό μου, τὸν ἔχω στὸν νοῦ μου, ὁπουδήποτε κι ἂν βρεθῶ. Εἶμαι στὸ τρένο καὶ χαζεύω ἀπ’ τὸ παράθυρο κι ἀντὶ νὰ δῶ τὸ Τόκιο, βλέπω μιὰ φωτογραφία του ὀγδοντάχρονου Γκράουτσο Μάρξ.
Ἐκεῖ ποὺ ὅλοι οἱ ἄλλοι βλέπουν τὸ Τόκιο, ἐγὼ βλέπω τον Γκράουτσο.
Στὰ μισὰ τοῦ μοναχικοῦ γεύματός μου, ὁ Γκράουτσο θὰ καθίσει πλάϊ μου καὶ θὰ πεῖ κάτι ἀστεῖο καὶ θὰ χαμογελάσω.
Ἢ τὴν ὥρα ποὺ συζητῶ μὲ κάποιους πολὺ σοβαροὺς Ἰάπωνες διανοούμενους, ὁ Γκράουτσο θὰ πεταχτεῖ ξαφνικὰ πίσω μας, ὅπως μόνο ὁ Γκράουτσο μπορεῖ νὰ τὸ κάνει. Καὶ θὰ πεῖ κάτι σὰν «Ἢ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι νεκρὸς ἢ οἱ δεῖκτες τοῦ ρολογιοῦ μου σταμάτησαν». Θὰ βάλω τὰ γέλια κι οἱ Ἰάπωνες θὰ ἀναρωτηθοῦν γιατί γελῶ. Θὰ μὲ κοιτάξουν ἀπορημένοι καὶ θὰ ζητήσω συγγνώμη λέγοντας «Μὲ συγχωρεῖτε, σκέφτηκα κάτι ἀστεῖο». Θὰ προσπαθήσουν νὰ καταλάβουν αὐτὸν τὸν ἀσυνήθιστα αἰχμηρὸ Ἀμερικανό, ὅμως κάτι τέτοιο δὲν θά ’ναι ἐφικτό.
Ἀφοῦ πρῶτα θὰ μ’ ἔχει κάνει νὰ γελάσω, ὁ Γκράουτσο θ’ ἀποχωρήσει σιωπηλὸς· θὰ χαθεῖ στὸ σκοτεινὸ δωμάτιο, μὲς στὸ παντοτινὸ σκοτάδι ποὺ ὁδηγεῖ στὸν θάνατό μας.
Σαγιονάρα, Γκράουτσο.
*Πηγή: Richard Brautigan, The Τοkyο-Montana Express, Λονδῖνο, Picador (Pan Books), 1982 [πρώτη ἔκδοση: Νέα Ὑόρκη, Targ Editions, 1979].
**Ρίτσαρντ Μπρότιγκαν (Richard Brautigan) (1935, Τακόμα – 1984, Σὰν Φρανσίσκο). Ἀμερικανὸς πεζογράφος καὶ ποιητής. Τὸ ἔργο του ἀποτελεῖται ἀπὸ ἕντεκα νουβέλες, δέκα ποιητικὲς συλλογὲς καὶ μία συλλογὴ σύντομων πεζογραφημάτων. Ἡ πρωτοπρόσωπη ἀφήγηση, τὸ παιγνιῶδες καὶ γλυκόπικρο ὕφος καὶ ἡ εὑρηματικότητά του εἶναι στοιχεῖα ποὺ θὰ συναντήσει κανεὶς στὸ σύνολο τοῦ ἔργου του. Ἔδωσε ὁ ἴδιος τέλος στὴ ζωή του.
Μετάφραση ἀπό τὰ ἀγγλικά:
***Γιῶργος Ἀποσκίτης (1984). Γεννήθηκε καὶ ζεῖ στὴν Ἀθήνα. Πραγματοποίησε σπουδὲς στὴν Ἀθήνα καὶ στὸ Ἐδιμβοῦργο. Ἔχει ἀσχοληθεῖ, μεταξὺ ἄλλων, μὲ τὴ λεξικογραφία καὶ μὲ τὰ κινούμενα σχέδια. Δουλειά του ἔχει δημοσιευτεῖ στὸ περιοδικὸ Σημειώσεις καὶ ἀλλοῦ. Τακτικὸς συνεργάτης, μὲ πρωτότυπα κείμενα καὶ μεταφράσεις, τοῦ ἱστολογίου μας Ἱστορίες Μπονζάι. Πρῶτο του βιβλίο ἡ συλλογὴ μὲ μικρὰ πεζὰ Στιγμόμετρο (Σμίλη, 2021).
****Αναδημοσίευση από εδώ: https://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/2025/12/23/richard-brautigan-o-filos-mou-sto-tokio/
