για τον Νάνο Βαλαωρίτη
Στιγμή μνημειώδης/ αυτή η κενή οθόνη/
συναντιέστε ξανά σαν παλιοί φίλοι/ κατά πρόσωπο/ χωρίς ίχνος απόρριψης/ χωρίς τεχνάσματα/ ατόφιο μυθιστόρημα χωρίς περικοπές/ παραμένεις πιστός/ ευελπιστείς πως οι λέξεις θα ξεπηδήσουν χωρίς τη συμβολή σου/ θα ξετυλίξουν μια ιστορία μπρος στα μάτια σου/ καλωσορίζεις τη σκέψη/ σταθμίζεις τις πιθανότητες/ οραματίζεσαι τη διασκευή/ αναρριγείς στην προοπτική/ την περίπτωση να επιβιώσει/ απελευθερωμένος από το αβάσταχτο ιδροκόπημα και τις άυπνες βραδιές/ ιδέες που ανακύπτουν όσο διαρκεί το πρωινό ρόφημα/ ή όσο μουλιάζεις μες στην μπανιέρα προσπαθώντας να σβήσεις τις έγνοιες της ημέρας/
μύτη χωμένη μες στην εφημερίδα/ κρύβεις το τσιγάρο που σε κατέστησε απόκληρο/ αναπολείς την εποχή που το μουτζουρωμένο σου τετράδιο βρισκόταν πλάι στην κούπα του καφέ κι εκείνο το πιστό πακέτο/ γιατί άραγε όλα πρέπει να αλλάζουν αναρωτιέσαι/ εκείνες ήταν οι ημέρες οι ευοίωνες/ οι ημέρες που έγραφες έπη/ προσμένοντας/ ξανά/ να αποπνεύσεις ένα μυθιστόρημα με την ίδια ευκολία που οι συγγραφείς υπερέβαλλαν στο πίσω μέρος μίας παμπ ή ενός καφέ/
η σιωπή σε ενοχλεί/ αθεράπευτα νοσταλγός του ήχου της παλιάς σου γραφομηχανής/ ο υπολογιστής ξέρει μόνο να ψιθυρίζει/ τaπ-ταπ τaπ-ταπ/ πιστεύεις ότι οι λέξεις κερδίζονται μόνο όταν τα δάχτυλα πονούν/ ανέλπιστα αυτό σε ευχαριστεί/ ούτε αρθρίτιδες ούτε επισκέψεις σε γιατρούς πια/ παρ’ όλ’ αυτά/ μελαγχολείς/ η οικειότητα έχει χαθεί/ οι λέξεις δεν φέρουν πια το βάρος τους/ παλιά η αόριστη λέξη είχε λόγο/ παλιά σκεφτόσουν την κάθε μία σχολαστικά/ παλιά το μελάνι τις τύπωνε στο χαρτί/ το ένα πλήκτρο μετά το άλλο/ τώρα είναι πολλές/ σειρές γεμάτες λέξεις/ που σβήνεις αβίαστα/ αντιγράφεις/ αποκόβεις κι επικολλάς/ θέλεις να νιώθεις τις λέξεις σου/ ένα βουβό πληκτρολόγιο υπαινίσσεται μυστικά/ γράφεις για να διαβαστούν δυνατά/ να ακουστούν φωναχτά πάνω από τον Τάμεση/ δεν έχεις τίποτε να κρύψεις/ κι έτσι επιθυμείς ο φορητός υπολογιστής σου να ξεφωνίζει αισχρολογίες/ γιατί η γραφή πρέπει να αποκτήσει κίνηση/ οι χαρακτήρες να διατρέχουν την ιστορία/ ευάλωτος γίνεσαι στα καπρίτσια τους/ δεν ξέρεις να προδίδεις/ (όχι ακόμα)/ θύμα των ελαττωμάτων των χαρακτήρων σου/ επινοείς ξανά τον εαυτό σου μέσα από το σώμα του κειμένου/
ο συγγραφέας λαχταρά να ανασάνει/ παλεύει να διαχωρίσει τη ζωή του από την άλλη τη φανταστική/ η πραγματικότητα δεν μοιάζει και τόσο ικανοποιητική/ αναρωτιέται ποιος έκλεψε ποιανού τη ζωή/ εσύ ή ο πρωταγωνιστής σου/ τι σημασία έχει/ είσαι το δίχως άλλο ζωντανός/ γεννήτορας φιλοδοξιών/ άπιστος με όσους πάνε κι έρχονται στο γραφείο σου/ δυστυχώς/ δεν μετατοπίζεσαι/ δεν μπορείς/ αφού μπροστά σου έχεις ένα δώρο πολύ μεγαλύτερο/ το πιο αυθεντικό δώρο/ την ταραχώδη περιπέτεια μίας ψυχής/ το δημιούργημά σου/ τι χαρά/ να τους πλάθεις έτσι χωρίς να τους αφήνεις περιθώρια να προσδοκούν μα μόνο να φοβούνται/ εσύ/ ο άρχοντας των γραμμάτων/ τους αφήνεις τρωτούς/ να αναζητούν τον εαυτό τους μες στο άδετο χειρόγραφο/ με το φόβο πως οι αδυναμίες τους καταγράφονται/ εσύ ο πανόπτης της ύπαρξής τους/ αν και η γοητεία για σένα κρύβεται πέρα από το οικείο/ δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον/ αρέσκεσαι στις συμφορές των ξένων/ ακολουθείς πιστά τις σκιές τους/ τις πατημασιές τους/ όσα τα χέρια τους αγγίζουν/ σε οδηγεί η διακριτικότητά τους/ τα τρωτά τους σημεία/ συλλέγεις κίνητρα για τις πράξεις τους/
οι εβδομάδες κι οι μήνες κυλούν/ το τελικό σου γραπτό είναι έτοιμο να βγει από το δωμάτιο/ να αντιμετωπίσει τους κριτικούς/ στα ξένα χέρια/ μοιάζει διαφορετικό/ περιστασιακά δεν εκτιμάται/ υποτιμάται/ πείσμονες άνδρες υπαγορεύουν τι μπορείς και τι δεν μπορείς να πεις/ και πώς να το πεις/ με άλλα λόγια/ τον τρόπο να εκφράζεσαι/ αμφισβητούν τους πειραματισμούς στο αφηγηματικό ύφος/ το έντονο ύφος/ το πατριωτικό συναίσθημα/ τη δογματική σου προσέγγιση/ παραμένουν πεπεισμένοι/ οι τάσεις παρέρχονται/ χαμογελάς σαρκαστικά/ καθώς περνάς από τις κλειστές λέσχες όπου στο όνομά σου γίνεται μνεία/ κι όμως υπακούς/
Γίνεσαι εμπορικό σήμα/ επιχείρηση/ αποκαλείσαι ο επόμενος Μπέκετ/ Τζόυς/ όλα γίνονται απρόσωπα/ τι απέγινε το λογοτεχνικό εγχείρημα άραγε/ πότε η πένα σου άρχισε να μιμείται τους σύγχρονούς σου/ πότε μελετητές από ιδιωτικά σχολεία άρχισαν να μπερδεύονται με τους αναρχικούς των μυθιστορηματικών σελίδων/ δεν ήταν άραγε οι προκάτοχοί τους που μεροληπτούσαν στο παρελθόν/ όταν αριστουργήματα αυτόκλητα παραγκωνίζονταν άγνωστα μεταξύ άγνωστων/ όταν οι μικροί εκδοτικοί οίκοι ήταν πιο τολμηροί/ τότε που τα κινήματα εξελίσσονταν/ και σχολές συγγραφέων ιδρύονταν/ σίγουρα/ πώς γνωρίζουν άραγε όσα οι ίδιοι δεν επιτέλεσαν/ τόσο αδέκαστοι να κρίνουν το ανοίκειο/ διαβάστε λένε/ όλα είναι στο διάβασμα/ τους αποκαλείς παράσιτα/ οι απ’ έξω/ όλοι εκείνοι που ποτέ δεν θα συγγράψουν ολοκληρωμένο μυθιστόρημα/ λάμποντας ανυπόμονα να αμαυρώσουν όσους τόλμησαν/ και πέτυχαν/ πανηγυρίζοντας την εξουσία τους δίχως ίχνος δισταγμού ή ενοχής/
αδιαφορείς/ η σωτηρία είναι στα χέρια των αναγνωστών/ το έγραψες για Εκείνους/ εσύ/ ο αφηγητής σε διαρκή αναζήτηση του ‘κοινού’/ έπρεπε να ειπωθεί/ για αυτό/ ανυπόμονα/ προσμένεις/ ευγνώμων για όποια ανατροφοδότηση/ να επιβεβαιώσεις αν έκανες το σωστό/ αν έθεσες κάποιο είδος δικαίου/ για τον βασικό σου χαρακτήρα/ για σένα/ ώστε όταν φεύγεις από το σπίτι κάθε πρωί να νιώθεις σίγουρος πως η επιλογή σου ήταν η σωστή/ πως άφησες τον πρωταγωνιστή σου να προχωρήσει δίχως τύψεις/ κι εσύ να απελευθερωθείς από την ευθύνη/ να επιστρέψεις εν τέλει στη ζωή του ερημίτη/ έτοιμος να αντιμετωπίσεις μια νέα ιδέα που προσμένει μια αρχή.
Αθήνα, 12 Φεβρουαρίου 2008
*Από τη συλλογή ‹‹Φως εκτυφλωτικό στεφανώνει την Ελπίδα, σε μια πράξη››. Μετάφραση: Ελένη [Νέλλη] Μπουραντάνη. Εκδόσεις Γκοβόστη, 2024.
