Arthur Rimbaud, Τα χέρια της Ζαν-Μαρί 

Η Ζαν- Μαρί έχει χέρια δυνατά,
Χέρια ηλιοκαμένα από το καλοκαίρι,
Χέρια χλωμά σαν του νεκρού,
-Είναι τα χέρια της Χουάνα;

Έχουν βάλει κρέμες σκουρόχρωμες
Στα τέλματα των ηδονών;
Έχουν μουλιάσει μέσα στα φεγγάρια
Στην αιθρία γαλήνη στεκάμενων νερών;

Έχουνε πιει των βάρβαρων τον ουρανό
Ήρεμες πάνω σε γόνατα ελκυστικά;
Έχουν στρίψει πούρα
Ή πούλαγαν διαμάντια στα κρυφά;

Πάνω στα φλογισμένα πόδια αγαλμάτων της Παρθένου
Μάραναν άνθη από χρυσό;
Το μαύρο αίμα από τις μπελαντόνες – το πρήξιμο ανακουφίζει
Μες στις παλάμες τους κοιμάται αστραφτερό.

Χέρια κυνηγοί διπτέρων
Που βομβίζοντας τα μελανά σημάδια
Πρωινών πετούν μέχρι να βρουν το νέκταρ;
Χέρια που μεταγγίζουνε φαρμάκι;

Ώ! σε τι Όνειρο βυθίστηκαν
Μες στο χασμουρητό;
Ένα όνειρο Ασιατικών χωρών μοναδικό,
Των Κχενγκαβάρ ή των Σιών;

-Αυτά τα χέρια δεν έχουνε πουλήσει πορτοκάλια
Ούτε μαυρίσανε πάνω στα πόδια των θεών:
Αυτά τα χέρια δεν έπλυναν τα ρούχα
Δυσκίνητων, και τυφλών μικρών παιδιών.

Δεν είναι χέρια που δουλέψαν στην κουζίνα
Ή εργατριών με μέτωπο που καίει απ΄τον πυρετό,
Χοντροκομένο, στα δάση μυρίζουν εργοστάσιο,
Ήλιο από το κατράμι μεθυσμένο.

Είναι χέρια που η κούραση έχει λυγίσει,
Χέρια που δεν κάνουν ποτέ κακό,
Πιο άσχημα και από μηχανές,
Χέρι κι από άλογο πιο δυνατό!

Κινούνται, πάλλονται σαν το καμίνι,
Και καθώς τινάζουν από πάνω τους όλα τα ρίγη,
Η σάρκα τους τραγουδάει Μασσαλιώτιδες
Ποτέ τις Ελεσόν!

Θα έσφιγγαν τον λαιμό σας, ώ Γυναίκες
Μοχθηρές, και θα θρυμμάτιζαν,
Γυναίκες τάξης ευγενικής, τα χέρια σας τα μιαρά
Όλο στολίδια, ολόλευκα και πορφυρά.

Η λάμψη αυτών των ερωτικών χεριών
Τα πρόβατα τα ξεμυαλίζει!
Μέσα στις ποθητές τις φάλαγγές τους
Ο ήλιος λαμπρός περνά ρουμπίνι!

Όταν ο όχλος τα βρωμίσει
Μαυρίζουν σαν μπαγιάτικο στήθος χθεσινό∙
Στο πάνω μέρος των Χεριών αυτών
κάθε περήφανος Επαναστάτης τα χείλη ν’ ακουμπήσει!

Το χρώμα τους έχασαν, τα θαυμάσια,
Στην δυνατή λάμψη έρωτα βαρύ και φορτωμένου,
Πάνω στα μπρούτζινα τα πολυβόλα
Μέσα από ένα Παρίσι επαναστατημένο!

Α! μερικές φορές, ώ Χέρια ιερά
Χέρια που πάνω τους τρεμουλιάζουν
Τα πάντα μεθυσμένα χείλη μας, στις γροθιές σας
Τρίζει μια αλυσίδα, κρίκοι που αστράφτουν!

Και όλη μας η ύπαρξη σκιρτά
Χέρια αγγελικά, κάτι παράξενο αισθανόμαστε
Σαν θέλοντας να σας λευκάνουμε
Και τα δάκτυλά σας τα ματώνουμε!

Μετάφραση: Βερονίκη Δαλακούρα.

Leave a comment