Μυθοπλασία και αποξένωση
Μετά το απαρχάιντ μας είπαν
πως έπρεπε να συγχωρήσουμε
αν θέλαμε να αποδείξουμε
ότι είμαστε αληθινοί χριστιανοί
Κι εμείς επειδή θέλαμε να είμαστε
αληθινοί χριστιανοί
συγχωρέσαμε
Μας είπαν
πως ο Χριστός πρεσβεύει την ειρήνη
κι ότι αν αγαπάς τον Χριστό
πρέπει να παραδώσεις τα όπλα σου
Κι εμείς επειδή αγαπούσαμε τον Χριστό
παραδώσαμε τις πέτρες μας
Άπαντες επέστρεψαν σπίτι
εκείνοι στα σπίτια τους δίπλα στη θάλασσα
κι εμείς στις καλύβες μας
δίπλα στους λάκκους με το μολυσμένο νερό
εκεί όπου το δηλητήριο της συγχώρεσης
μας αρρώσταινε.
*
Ντελφτ
Οι πέτρες στον δρόμο
κάθονται σαν παιδάκια στο πεζοδρόμιο
κι όλη την ώρα σου ζητάνε ψιλά.
Ο άνεμος έρχεται και φεύγει
σαν άντρας που δεν νοιάζεται για τα παιδιά του,
άνεμος που κοιτάζει μονάχα την πάρτη του.
Το στόμα τ’ ουρανού βρομάει κρασί.
Ο ήλιος δουλεύει εννιά με πέντε,
γιατί αυτό ξέρει να κάνει.
Δεν του πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό
ότι θα μπορούσε να κάνει κάτι άλλο.
Τα δέντρα χασομερούν όλη μέρα πάνω στους μαντρότοιχους,
χαζεύουν τους ανθρώπους που πηγαίνουν στις δουλειές τους.
Η άμμος έχει βρόμικα πόδια και μακριά νύχια,
όμως γυρίζει από πόρτα σε πόρτα
και την αράζει στα σπίτια όλων μας.
Οι άνθρωποι είναι αποτσίγαρα
χωμένα σε σπιρτόκουτα.
*Από τη συλλογή “Γράφω τ’ όνομά μου στη στάχτη”, Εκδόσεις Τεφλόν, Αθήνα, Απρίλιος 2024. Μετάφραση: Peter Constantine.

