Αλέξανδρος Μηλιορίδης, Στους δρόμους της πόλης το 2024

… δονείται το κρεβάτι, ένα κομπρεσέρ με φτερά αγγέλου, ένα hotel που κάθεται στη μοναξιά στο μάτι μου και φυσικά εγώ, με το αγχωτικό χαμόγελο της εποχής να προσπαθώ να κλείσω ραντεβού στο ΕΣΥ, είναι εξωγήινοι δεν εξηγείται αλλιώς κι εγώ ίσως, αφού βλέπω το φεγγάρι ως μια ολοστρόγγυλη σφαίρα αίματος,
~
ας το ξεκαθαρίσουμε, καλή η τέχνη ακόμη και η μπουρδολογία σοβαρή ή όχι γύρω της, αλλά οι λέξεις, οι εικόνες είναι πάντοτε λόγια, μας χαϊδεύουν, μας βοηθούν ίσως να κρατάμε τις ιστορίες μας κοντά μας, αλλά αν το καλοσκεφτείς είναι τούβλα που κτίζουν τοίχους, κρύβοντας τη δυστυχία, την επιβίωση, το συναισθηματικό τρόμο,
~
βέβαια απαιτούνται τρύπες για να φτάσουμε στις πιο άσχημες σκέψεις και σπαθιά που τις ανοίγουν, και σίγουρα βοηθούν τα σκουριασμένα μπουλόνια της πίστης, οι σφικτές τσέπες των καλών, οι πατημασιές που ακολουθούμε, οι κομματικοί υπόκοσμοι, όλα με ετικέτες, η τέχνη, η υγεία, το ρεύμα, η δουλειά, τα γηρατειά και τόσα αλλά, σαν μπουκάλια με τερατάκια μέσα που κλαίνε, φυσικά υποκριτικά,
~
ένα στοιχειωμένο ονειρικό εφιαλτικό τοπίο, σε επική κλίμακα, κάπως έτσι μπορώ να περιγράψω την αυταπάτη μας, το χρόνο μας, αλλά παίζει και ένα ακατανόητο συναίσθημα, σαν να είμαστε σκονισμένοι κάπου πάνω σε χαμένες στιγμές που τις ξαναβρίσκουμε κοιτώντας τη σιωπή της αμφιβολίας με τη σιωπή της ελπίδας μας· σίγουρα ακατάστατες οι σκέψεις αλλά κυριαρχεί η γκροτέσκα φιγούρα της μοίρας μας και αυτό είναι που αντιμετωπίζει τη ματαιότητα, αλλά σαν σελοφάν στα μούτρα μας.

Leave a comment