Να σε κοιτάζω να παίζεις ήταν πάντοτε μια απόλαυση
τόσο επιθετική που ένιωθα τα χέρια σου γύρω από τον λαιμό μου
ενώ αυτά απλώς έσφιγγαν τη λαβή μιας ρακέτας.
Πώς μαθαίνει κάποια να χάνει εγώ εξασκήθηκα μεταξύ πτώσης
να σκόνης σ’ ένα χωράφι που είχαν χαράξει
στη μέση μια γραμμή από ξεραμένη λάσπη.
Να χάνεις από την αδελφή σου –κοίτα, η μπάλα έγινε κομήτης,
η ουρά της μου καίει τις βλεφαρίδες. Έχασα από εσένα
όλους τους τελικούς που μπόρεσα να φτάσω, αλλά έρχομαι σε κάθε σου παιχνίδι
για να δω μυς να τεντώνονται κάτω απ’ τον ήλιο -τι όμορφη που είσαι σήμερα
τόσο όμορφη που σε πέταξαν έξω -έξω φώναξαν και δεν εννοούσαν την μπάλα
σαν εχθρικοί διαιτητές που κάθε αγώνα επιβάλλουν κοντές φούστες
Οργισμένη βροχή είσαι και κεραυνοβολείς
Όποια περάσει τη γραμμή χάνει και τρώει
το χώμα του καλοκαιρινού ελαιώνα
Η μικρή μου αδελφή είσαι που έγδερνες εδώ
το γόνατά σου και τώρα καθρεφτίζεται
στο μέταλλο άχρηστων επάθλων.
Τίποτα απ’ αυτά δεν έχει γεύση
κι είναι αδύνατο να κοιμηθείς στο εσωτερικό τους.
*Δημοσιεύτηκε στο Τεφλόν 31, Καλοκαίρι-Φθινόπωρο 2024.
