Γιώργος Γκανέλης, Τέσσερα ποιήματα

ΑΝΕΛΠΙΣΤΟΝ

Το αποτέλεσμα μιας μάχης
δεν κρίνεται απ’ τους νεκρούς
ούτε απ’ τ’ ακρωτηριασμένα χέρια
κρίνεται πρωτίστως απ’ τον άνεμο
που πάντα φυσάει εκεί που θέλει
και κατευθύνει τη βολή του όπλου
κρίνεται επίσης από τους αρουραίους
τις μούμιες, τους ελάσσονες ποιητές
τα εγερτήρια μετά από μεθύσι
τη λερωμένη ανάσα του δρόμου
το άρωμά σου πάνω στα σεντόνια
τον μοναδικό επιβάτη του τρένου
κοιτώντας τη βροχή απ’ το τζάμι
από μένα που έμαθα να σε περιμένω
διαβάζοντας τη ρήση του Ηράκλειτου:

«ἐὰν μὴ ἔλπηται ἀνέλπιστον οὐκ ἐξευρήσει

*

ΛΥΠΑΜΑΙ

Λυπάμαι που δεν μπόρεσα
να ναυαγήσω ποτέ στη στεριά
λυπάμαι ακόμα για το κέρμα
που έριξα στη μηχανή του καφέ
και έβγαλε ένα ποτήρι θάνατο
για τις απόπειρες αυτοκτονίας
των πιο αισιόδοξων στίχων μου
για τα ποτάμια που παρέσυραν
όλες τις παιδικές φωτογραφίες

Μα πιο πολύ λυπάμαι για σένα
που δεν κατάφερες να ταξιδέψεις
με το βραδινό τρένο των δώδεκα

*

ΕΠΟΥΛΩΣΗ

Κατάμονος φόβος
τρίτη πόρτα δεξιά
το πρησμένο παιδί
πέφτει στο χώμα
να ακροβολιστεί

Παντέρημος οίστρος
των νεκρών τη νύχτα
σε χαρτί στοιβάζουν
τις αναμνήσεις τους
και τις απαγγέλλουν

Μοναξιά μεγατόνων
μεταθανάτιο τραύμα
ανάσκελα στις ράγες
περμένει το τρένο
για να επουλωθεί

*

ΑΝΑΠΝΕΩ

Αναπνέω σημαίνει μπαίνω
όλο πιο βαθιά στο χώμα
ριζώνω κάτω απ’ τις πέτρες
βγάζω τσιμεντένια κλαδιά
τα φύλλα μου από σίδερο
τα άνθη μου χωρίς χρώμα

Αναπνέω σημαίνει πεθαίνω
γίνομαι κάτοικος τ’ ουρανού
με καταπίνουν τα σύννεφα
σε μια γωνιά της αβύσσου
αλυσοδεμένος και μόνος
δίνομαι στο ανεπίστρεπτο

*Από τη συλλογή “Ρετάλια Α’ διαλογής”, Εκδόσεις στίξις (2022).

Leave a comment