Θεόδωρος Μπασιάκος, Αθήνα

teo

Στον Γιάννη Πατίλη

Τώρα, το χειμώνα
η Αθήνα
σάμπως ρούσικη πολιτεία
δεν έχουν άδικο που τη λεν μικρό Λένινγκραντ
που τη λεν πόλη των ποιητών
κ’ εδώ
όπως στο Λένινγκραντ
(κ’ ίσως καμιά-δυό πόλεις ακόμα στον κόσμο)
ακόμα
οι
άνθρωποι (πολλοί)
ζουν με τη ποίηση
γράφουνε
στίχους
διαβάζουνε
στίχους
κυκλοφορούνε
(από χέρι σέ χέρι) πλακέτες
λογοτεχνικά μαγκαζίνα
χειρόγραφα
στίχους
απαγγέλουνε
εκ περιτροπής
συχνά στις βεγγέρες τους
σε σπίτια και στα καφέ-μπάρ
σε κάθε ευκαιρία
στα μικρά και μεγάλα τους γλέντια
στους γάμους
στα χαμάμ
στα πατσατζίδικα της παλιάς αγοράς
και κάθε λογής καταγώγιο οπού μαζευονται
μεθοκοπάνε
γύρω στη φωτιά
τους στίχους τους καίνε
κλαίνε
γελάνε
γελάνε καί κλαίνε
και καυγαδίζουνε κ’ είσαι
στίς συντροφιές τους πάντα ευπρόσδεκτος φτάνει
(εννοείται)
να ξέρεις να πίνεις
και να εχτιμάς το ωραίο

τις νύχτες, μες στη σιγαλιά
ακόμα
ακούς εδώ πέρα τις
νοσταλγικές
μελωδίες κάποιου
(που παίζει)
γ ρ α φ ο ν τ ε ό ν…

*Από τη συλλογή “μαύρα μάτια – τραγούδια για γραφομηχανή και τσιγγάνικη ορχήστρα”, εκδ. Πλανόδιον 2006.

Leave a comment