Ρω Νικολάου, Ποιήματα

sunset-on-strange-planet-fantasy-wallpaper-3444
             
Κυοφορούσαν χρόνια το σημερινό πρωινό.

Σειρά από άδειες λάμπες
με παρατηρούσαν όλη νύχτα.

Ξένο σκοτάδι άλαλο καρφί
ο ορίζοντας σαρώνει
τ’ όνομά μου.

Το παράθυρο σιγοτραγουδά:

όμορφος φράχτης με τα σάπια φύλλα του
όμορφα που κελαηδούν τ’ ανέστια πουλιά.

***

Μια γυναίκα

Περπατά ανάμεσα από μηχανάκια κι αυτοκίνητα,
παραμιλώντας.

“Ν’ αγαπάς να μην τελειώνει
πολύχρωμα σκιρτήματα να δρασκελούν
τις πλάκες του κενού ο καιρός να ποτίζεται
από τα νεαρά που με διασχίζουν ρείθρα
δάκρια
στάζει
ολοένα 
ποντίκια πληθαίνουν στους αγωγούς.”

Μισή τη βρίσκει στο περβάζι 
ο φανοστάτης κάθε σούρουπο.
Μια τέτοια ώρα εγώ, παιδί της γειτονιάς,
πήγα κοντά της:
“Τι περιμένεις;
Πάρε το σπάγκο που δένει τα παιχνίδια μου
με τους καιρούς που θα ‘ρθουν.
Ξετύλιξέ το, δέσε το με ό,τι εσύ θελήσεις”.

Από άκρη σ’ άκρη στο πρόσωπό μου
το βλέμμα της περπάτησε:

“Πόσο επηρεάζουν οι υποψίες τις μέρες μου.
Άλλος κρατάει τα μαλλιά, άλλος τα όποια
ρούχα μου κι άλλος την τελευταία απόφαση
που αναιρώ με το πρωί.

Τη μοίρα μου δεν τη χωνεύω
μα ό,τι θέλει κάνω.”

Πέρασε από δίπλα μου, δεν μ’ είδε.
Επαναληπτικά τη σημειώνουν οι βιτρίνες να φεύγει.
Μια ξαφνική νεροποντή πέφτει πάνω στις σκέψεις μου.
Ένα σκίρτημα αφήνει να σπαρταρά
κρύες σταγόνες να ραντίζει
έναν ελάχιστο, μικρούλη χρόνο.

*Από το ιστολόγιο της ποιήτριας Ηλιόδενδρον, στη διεύθυνση http://hliodendron.blogspot.com

Leave a comment