Κάθε που μου ζητούν τη γνώμη
για όσα αλλόφρονα περιστρέφονται γύρω μου
νοιώθω μια ζάλη
σαν να κατάπια με μιάς όλον τον αέρα
κι άφησα τον χώρο ξερό κι αποσβολωμένο
Δεν είναι πως δεν έχω τι να πω
είναι που δεν βρίσκω κανέναν λόγο να το ξεστομίσω
Και τότε
πιάνω τον εαυτό μου να μουρμουρίζει ένα τραχύ κι
ασυνάρτητο φθόγγο
διαρκώς επαναλαμβανόμενο
σαν γρύλισμα σκυλιού
που το άφησαν δεμένο για μέρες
δίχως νερό και φαγητό
να κοιτά έναν τοίχο
Το στόμα μου
γίνεται ράμφος σπουργίτη
που του φεύγει η ψυχή
Κι οι παιδικές παλάμες
με χτυπούν να ξυπνήσω
*Από τη συλλογή “Παιδικές παλάμες”, εκδ. Βακχικόν, 2021.