Ο ΠΟΙΗΤΗΣ
Λες νάναι κι αυτό εργασία,
η ξέγνοιαστη τούτη ζωή,
από τους ωραίους τους ήχους
να πλάθεις τους στίχους εσύ.
Κι από κάποιο χαρούμενο σκέρτσο
να γράφεις στροφές που να λεν
πως η πονεμένη καρδιά μας
και μέσ’ στ’ ανθηρά περιβόλια βογγά.
Κι ακόμα ν’ ακούσεις το δάσος,
τα πεύκα και τ’ άλλα φυτά,
όταν ομίχλη σκεπάζει
τους κάμπους και τα βουνά.
Παίρνω δεξιά κι αριστερά μου,
δεν νοιώθω καμιάν ενοχή,
λίγο απ’ τη ζωή την πλανεύτρα
κι όλα απ’ της νύχτας τη σιωπή.
*
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
Έσβησε η ανεπανάληπτη φωνή του
μας εγκατέλιψε της φύσης ο συνομιλητής
Έγινε κι αυτός ζωή που δίνει στάχια
ή και ψιλή βροχή όπως το είχε πει
Κι όλα τα άνθη ης οικουμένης
ανθήσαν αντικρύζοντας το θάνατο αυτό
κι η σιγαλιά κάλυψε τον πλανήτη
που φέρει τ’ απλό όνομα της Γης
*Από το βιβλίο “Άννα Αχμάτοβα – Εκατό χρόνια από τη γέννησή της”. Έκδοση και απόδοση: Ελένη Δημητρίου, 1989.
Reblogged this on Manolis.