Είμαι το σκουριασμένο φτυάρι.
Φτύνατε
τις άπληστες παλάμες πριν μ’ αγγίξετε
τρέματε
μην πληγιάσουν απ’ τις σκλήθρες μου
την ώρα που με μπήγατε στο χώμα.
Τι με κοιτάτε τώρα μελιστάλαχτοι
σε μια θηλιά της μοίρας
κρεμασμένο;
Φυσάει στους σταυρούς του Γολγοθά
αράχνες παιχνιδίζουν στο κορμί
η μνήμη καταπίνει ενοχές
μοχλεύοντας ρινίσματα αιθάλης.
Πόσες φορές ξεκούμπωσα
το φόρεμα της γης
χορεύοντας βαθιά στο εφηβαίο
πόσο χρυσάφι έχυσα στα δόντια σας
και πόσο κάρβουνο
στα χρώματα του κόσμου;
Αφήστε τις ευγένειες και δρόμο.
Δεν σκάβω άλλο
για να θάψετε στις τσέπες σας
το άδειο φέρετρο που κουβαλάτε…
Reblogged this on Hellenic Canadian Literature.