μας φάγανε οι λύκοι
φιλαράκι
κι απ’ όλες τις γελοίες
αβρότητες
μας έμεινε μονάχα
ένας στίχος παυσίπονος
για τις δύσκολες ώρες
*
στο χάραμα του στίχου
αναβοσβήνει μια μνήμη
μόλις χθεσινή
που φοβάται
καθώς όλο και λιγοστεύει
*
…και καθώς ο δρόμος
ανοίγεται μπροστά του
όλο πισωπατά
ο ποιητής
προς τη ζεστή μήτρα
της αρχικής του έμπνευσης