Μαύρη πέτρα,
η φτώχια των ανθρώπων,
ρίχτηκε στο λιμάνι του Ρεθύμνου·
το σκουριασμένο πλοίο στοίβαξε
τις τελευταίες, πεταμένες ελπίδες
καθώς η Κρήτη γινόταν μια μικρή
κουκίδα μέσα στον λαβύρινθο
των ωκεανών.
Στου Νέου Κόσμου
τις ακτές όπου ο Κολόμβος, ρακένδυτος,
δόξασε τον νόμο της ισχύος
και τον μακάβριο κανόνα της
υποταγής του ανθρώπου στον άνθρωπο
-όταν τα πάντα πίσω του
είχαν χαθεί,
ήρθες υπηρέτης,
μέλος μιας άλλης
γενιάς σκλάβων
αυτών του Κεφαλαίου.
Από τις τάξεις των I.W.W.
στα μεταλλεία του Ροκφέλλερ
έκανες την αξίνα όπλο
και τη μαυρισμένη
φόρμα εργασίας τη μπαντιέρα
ενός νέου λαού,
της τάξης σου.
Ενώ το αίμα
των εργατικών συνδικάτων
του Σικάγο
δεν είχε ακόμη στεγνώσει
από τη μαγιάτικη εξέγερση του 1886,
βάδισες ξανά
στο μονοπάτι του αγώνα.
Στο Ludlow σφραγίστηκε
η πορεία σου
κάτω από το δειλό
χτύπημα ενός διεκπεραιωτή
“του νόμου και της τάξης”.
Το κρανίο σου άνοιξε,
κόκκινο αίμα χύθηκε δίνοντας
στις αγνές προθέσεις σου
το χρώμα της αντίστασης.
Από τότε,
κάθε φορά που η αδικία
σκιάζει τις καρδιές των ανθρώπων
πορεύεσαι σιωπηλά
-μαζί με τον Μαρίνο Αντύπα,
μέσα στις σκέψεις
των καταπιεσμένων,
δίνοντάς τους θέληση
να πολεμήσουν
για αυτό που έχει απομείνει.
Το ψωμί και την αξιοπρέπεια