Όσα αποτελούν τον κόσμο
δεν μου ανήκουν.
Μόνο ο αέρας μου παραχώρησε
ένα ολόδικο χώρο –
εκεί έχω κρεμάσει
όλες τις χαμένες αγάπες.
Ένας αιωρούμενος κήπος
ήττας και απουσίας.
Και είμαι νέα ανάμεσα
σε ευωδιαστά κρινάκια,
το γλυκό άρωμα
των παιδικών καλοκαιριών –
και ψάχνω φράσεις
Μεγάλων Αμφισβητιών
που έχω ξεχάσει,
αν και αγωνίζομαι να επαναφέρω
τα ουσιώδη –
μα δεν σε κερδίζω, ακόμη.
Χάθηκες στον πλούτο της ζωής,
αλλά μην υποστηρίξεις ότι
πλούτος είναι η ύλη.
Πλημμυρίζει ο αέρας
με μάχες και εποχές
που θρυμματίζονται
και μικρές νίκες που τραγουδούν
για αρχές στη δροσερή χλόη.
Φτερουγίζουν σπουργίτια και καρδιές
ανάμεσα σε πέταλα ελαφρά
σαν χιόνι πάνω από τις μνήμες –
το λευκό των αναμνήσεων χρωματίζεται
από το ομιχλώδες του παρελθόντος.
Και αν παλεύω να σε ανακαλύψω
σε ένα μικρό ποίημα της λήθης
πάλι στον κήπο μου οδηγούμαι,
όπου σβήνει ο χρόνος την εικόνα σου
και γενναιόδωρα μου επιτρέπει
να υποδεχτώ
την σοφία των εμπειριών.