Μας καλούν συνέχεια οι Απέναντι
στη βωβή τους ζωή.
Να πάμε
λέει η πρόσκληση
επισήμως γδυμένοι
ένα βράδυ
όταν θα ’χουν σβήσει τα αίματα
και θα ’χουνε λιώσει τα κεριά
ν’ αφήσουμε τις φωνές μας
στην κρεμάστρα
μπαίνοντας στον χώρο υποδοχής
να βγάλουμε τα τακούνια
απ’ τα παπούτσια
και τα δόντια μας με την τανάλια
τα κόκαλά μας να τυλίξουμε
προσεκτικά
να μην κροταλίζουνε στα γέλια
να εκπνέουμε αθόρυβα
αντί να παίρνουμε ανάσα.
Στη σάλα τη μεγάλη
ν’ αφήσουμε τα συναισθήματά μας
στην άκρη
και να στρωθούμε στο τραπέζι
με φόβο μπουκωμένοι.
Μάς εγκαλούν από απέναντι συχνά
να κάνουμε ησυχία.
Reblogged this on Manolis.
Όταν η ποίηση γκροτέσκο χορεύει.
Τον γκροτέσκιο χορό κλείνουν, επισφραγίζοντας , με χιούμορ – ευθυμία ( μετά τα όσα τρομερά – τρομακτικά μάς προσφέρονται ) οι δύο τελευταίοι στίχοι, οι οποίοι, ως συνήθως στην ποίηση συμβαίνει, παίρνουν στους ώμους τους την εμβρίθεια – την ουσία – την ομορφιά όλου του ποιήματος.