Τα πρωινά στο αστικό ανοίγει η μέρα.
Επιβιβάζονται οι εργάτες
μια χούφτα απόστολοι της ζήσης.
Το πρόσωπό τους φωτεινό
δίχως χαμόγελο.
Στην επόμενη στάση ίσως ανέβει μαθητής
μια μάνα ή ένας γέροντας ανέλιγος.
Στα αστικά που δεν τα χώνευα
ανόητος μικροαστός
μεταμορφώνονται οι γενιές
αλλάζουν
σκάρτα και περιττά αποβιβάζουν.
Αστικό με τις μεγάλες ρόδες
και τις πολλές πόρτες.
Θα κάνει στάσεις άφθονες
να σκεφτείς έχεις τον χρόνο.
*Από τη συλλογή “Αντικριστά”, εκδ. Θράκα, 2021.