Δικός μου ο θάνατος μέσα στις νότες
δική μου η πορεία χρεώσου εσύ το μονοπάτι
Τσαρλς
τα βαθουλωμένα μάτια της αγρυπνίας μού υπόσχονται αγιοσύνη
όμως σιχαίνομαι να παραμένω άγιος ενώ εσύ αγαπούσες τα σκυλιά
και έρπουμε και έρπουμε και όλοι μαζί σου κλαίμε
γιατί επόνεσες πολύ για την πουτάνα μνήμη
και γέμισε το ποτήρι σου
είναι ωραία όταν βρέχει και δεν υπάρχει θάνατος
μετάλλικα σαξόφωνα σε σιγοντάρουν μακρινά
ωραία να πουλάς τις νότες σου για μνήμη
και είναι η λήθη μια στιγμή που πάγωσε και μένει
κι είμαστε εμείς μία στιγμή που ακίνητη σωπαίνει
Τσαρλς
γεμίζω και εγώ το ποτήρι μου
το θέμα είναι ποιος από τους δυο
θα μας λυγίσει πρώτος.
*Από τη συλλογή “Spirits Unchained”, Broadise Press 1969. Μετάφραση: Χρ. Αγγελακόπουλος.