Φύση, ψυχή μου, μας γέλασαν οι εποχές.
Γέμισε ο κόσμος
χρηματοκιβώτια χτισμένα στη γη
θησαυροφυλάκια ψυχοπαθών
μέντιουμ, νταντάδων, χονδρεμπόρων
νομίσματα – θηρία που καραδοκούν
έτοιμα να ρημάξουν
τα ατίθασα παιδιά
τ΄ανυποψίαστα παγώνια.
Κι εμείς εξόριστες φυλές
πώς να μεμφθούμε,
μας ρούφηξαν την βούληση
με το «ουκ είδα άνθρωπον»…
στρατιώτη, μητέρα και προφήτη
στα σάπια λεφτά αφανισμένους
τρομάξαμε, πήγαμε
και χαθήκαμε εις το διηνεκές.
Φύση, μακρινή μου αγάπη
τα στεγνά μάτια πρέπει να φοβάσαι.
*Από τη συλλογή “Πολεμώντας υπό σκιάν…”, Εκδόσεις ‘Περισπωμένη”, 2017.