ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Τέλεια νύχτα – σώμα ζεστό στα σκεπάσματα.
Πουλιά που δεν στέκονται παρά μόνο στα μάτια σου
Γιατί εσύ έχεις το κόκκινο χρώμα σε κάθε άγγιγμα.
Κάτω απ’ τον ίσκιο της ώριμης σάρκας, ένας
Ουρανός περνά από αγκαλιασμένα ποτάμια.
Όλα τα πρωινά είναι πράσινα, τρυφερά σαν παιδιά
Όλες οι μέρες αναπαυμένες στα πόδια σου.
Από το χέρι σου πέφτει η απαλή σιωπή:
Ένας ημίφωτος τοίχος, μια καρέκλα αδειανή
Κι είναι το αίμα μου σταγόνα δανεική από τ’ άστρα.
*
ΗΤΑΝ Η ΝΥΧΤΑ, ΗΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΣΟΥ
Η μυρωδιά της θάλασσας – τραύμα
Για τα ρουθούνια.
Ήσουν ωραία στο νερό και στον ήλιο
Στη χούφτα μου ασχημάτιστο βότσαλο
Και δεν ήξερα πώς να σε πιάσω.
Με τ’ άλογα των νεκρών, ανοίγοντας στον
Ουρανό το βήμα μου∙ακούραστη να σε ζητά
Η φωνή μου: μες απ’ το ποτάμι και στα δέντρα.
Ντύθηκα την Ηχώ και τον Νάρκισσο,
Ντύθηκα το παιδί με τα δάκρυα.
Μην ξέροντας πώς να αποφύγω τον κόσμο,
Σε κοίταξα στα μάτια.
Παραληρηματική πανδαισία εικόνων που πιστοποιεί την αστρική γνησιότητα του αίματός σας.
Μην ξέροντας πως να γευτώ, αφομοιώνοντας, το τόσο απολαυστικό ύφος των ποιημάτων σας, έμαθα από μνήμης να τα απαγγέλλω.