Θέλω να κλάψω
και ναναι σούρουπο στον ισημερινό
μα δεν θυμάμαι πως συνεννογιόμασταν στα ντόπια χαβαγιανά
ούτε ανακαλώ
εκείνο το μωβ της πολυνησιακής χρώσης
από τις λαμπερές βραδιές
γύρω από τις φωτιές
παρέα με τους Μαορί
αυτή την σκέδαση
του κυανού με το κόκκινο
στην προχειροραμμένη φτερούγα
με μωβ μουλινέ αιγυπτιακής δύσης
ενός παραδείσιου πουλιού
ούτε θυμάμαι
τι χρώμα είχε το εκλεκτό βαμβάκι
που υφαίναμε το κοινό μας σώμα
την ίδια ώρα που εκχυμώναμε
τους πόρους μας
κάτω από την φοντάνα του δικού μας τρίδρομου*
αλλάζαμε
αδιάλειπτα
από ντόλτσε
σε αμάρο
σε γκουστόζα
και πίσω πάλι
λες κι αν θα φράζαμε
το δρόμο στις γεροντικές κηλίδες
δε θα μας σημαδεύανε αργότερα
μαρκαρισμένους τρόφιμους
σε τέλος προελαύνον
φοντάνα του δικού μας τρίδρομου*(φοντάνα ντι τρέβι)
μεγάλη μου τιμή! σας ευχαριστώ!!