ύμνος
-πριν και πέρα από το σήμερα,
ως κάλεσμα,
μια μόνη ευχή,
ίσως μοναδική
περαστική,
προ προμυθεική
από τις πέτρες πιο πέτρινος
ένας καημός
αναχωρεί τελεσίδικα
μήπως είναι αυτός,
μήπως εκείνος,
μήπως εγώ ή εσύ..
σε μία πόλη γεμάτη ανθρώπους
ξετυλίγεται ένα γίγνεσθαι
στις σκάλες, στο οδόστρωμα,
στα υψώματα και στα χώματα,
στα ασανσέρ,
μουσικές ξεπηδούν
από παντού
κλυδωνίζονται επιλογές
και σκέψεις ολονύχτιες,
δεν επιθυμώ επιστροφή
μόνο η μνήμη
ως συνέχεια, ένα πείραμα στο υπαρκτό
κοιτώ τα χέρια μου, τα δάχτυλα
και παίζω ένα κομμάτι στο πιάνο,
που ακόμη αρνείται το σώμα να ξεχάσει,
τούτες οι γιορτές, δεν μοιάζουν
με καμιά άλλη,
μια σπιθαμή, από το τίποτα
καθώς γυροφέρνουν στο κεφάλι
εικόνες
αναζητούν έναν τοίχο για να υπάρξουν
έστω μια φευγαλέα υπενθύμιση
πριν εξαφανιστούν
έστω τοιχοκολλημένες
μονολογώ
αφού ο διάλογος απεκδύει
κάθε επαφή
και όμως, ο ήλιος μας ζεσταίνει
ο αέρας
γεμίζει τα πνευμόνια μας,
το χώμα,
μας στηρίζει στο περπάτημα
τα σύννεφα μας νανουρίζουν,
αιωνόβιοι ουρανοί και η βροχή
μας προμηθεύουν με χρώματα
ελάτε σταματήστε για λίγο τον βηματισμό
ας σταθούμε εδώ κάτω από τούτο το δένδρο
και ας ταξιδεύσουμε αιώνες πίσω
μήπως και βρούμε τον μίτο της Αριάδνης
ολοταχώς για μια πλεύση
σε ένα τόπο
άτοπο
άχρονο
αστόλιστο
αγεφύρωτο
ανέμελο
απαίδευτο
αδιάβαστο
ανοχύρωτο
άκλαυτο
άστεγο
αξόδευτο
ανόθευτο
με μια στάλα χαράς
παρέα με την γάτα μου
στολίζω τούτο το άσπρο χαρτί
με λίγα σκαλίσματα
πόσο να ζυγίζουν οι λέξεις,
μια στάλα από κάτι τι όμορφο,
και περιμένω,
με το duende στην καρδιά,
μια αναγέννηση,
γιατί πάντα θα υπάρχει αναγέννηση
για τον άνθρωπο-
*
Διαδρομή
λόγος
μια πηγή και δοχεία
με γάργαρο νερό για μια μέρα
ιχνηλαλασίες μικρής διαδρομής
ιεροτελεστία σε πράσινες εικόνες
αυτιά μεγεθυμένα σε φτερά
ακούουν τα φυλλώματα
νερό – πουλιά και η καρδιά
μιλάνε με συνθήματα –
όπως εγώ μιλούσα στον κορμό
δένδρο ψηλό
παιδί δικό μου φυτεμένο
τότε δεν γνώριζα τον φόβο
τον έμαθα στο στρίμωγμα
χωρίς αέρα χωρίς αιδώ
μια ύβρις που σαρώνει
επίλογος
…σαν να ψύχρανε
δέχομαι επισκέψεις μόνο στην κουζίνα
ασβεστωμένη- να θυμίζει
τον παράδεισο που σβήνει
ωσάν με κάδρο, υγρός πίνακας-
έξω και κάτω απ’ το υπόστεγο
μαδάει η φωλιά των χελιδονιών
κρύωσε ο καιρός …
*
Μνήμη
Α’ ΜΕΡΟΣ
Αρσινόη
αγαπημένες στιγμές της μάζωξης
στον κήπο με τα λεμονόδενδρα
αγουροξυπνημένος ο πατέρας
μια ξύλινη σκάλα με όμορφη καμπύλη
μας χώριζε από τον παράδεισο
μετρούσα τα σκαλιά καθώς κατέβαινα
Βαρώσι μου Αμμόχωστο
μια όμορφη κόρη ήσουν και σε ζήλεψαν
ένα κομμάτι γης με γύρω θάλασσα
μα άχρηστες οι προσευχές
αγροίκοι σε βατέψανε μικρή μου όμορφη
δεν ήταν όλοι ο μάρτυρας Μαρκαντώνιος
να θυσιάσουνε ζωές και πλούτη
ας ήταν να μην σε γνώριζα
ας ήταν να μην σε διάβαζα
ας ήταν να μην σε πόνεσα
να μη ήξερα το ένα και το άλλο
η ιστορία σου περίτρανα αντιλαλεί
κι εσύ ακόμη ζωντανή παλεύεις
εσύ,
απόηχος της Αρσινόης.
Β’ ΜΕΡΟΣ
Οχλαγωγία
Δίχως το Ίχνος, δίχως Ηθμό τι γυρεύουμε;
Απαριθμώ μόνο ασέβειες.
Καταγράφω έλλειψη δικαιοσύνης.
Ξεχάσαμε τους άγραφους νόμους.
Με νομοθεσία ελλιπή.
Όλα έχουν υποβαθμιστεί.
Διάγουμε επικίνδυνη εποχή.
Με το μανδύα της ελευθερίας.
Μισανθρωπισμός.
Συγκρατώ και διώχνω μακριά ό,τι σάπιο.
Οι θεσμοί της κοινωνίας όχι μόνο νοσούν αλλά επιθυμούν και εμείς το ίδιο να νοσούμε.
Γονυπετώ με μια προσευχή στο στόμα, στην καρδιά.
Και οι φιλίες έγιναν σύννεφο
που περπατά στον ουρανό,
μικρές σταλαματιές της βροχής
και ευχές για ένα αύριο,
τίποτα δεν μένει αχρωμάτιστο-
γλυπτό είναι στιβαρό,
που στηρίζει το χθες
κι οι κουκουβάγιες νουθετούν
καθώς μαζί στα μονοπάτια
κι οι νυχτερίδες
άλλαξαν σπίτι, ευτυχώς,
όλα στη θέση τους-
καθώς ταΐζω
ένα πληγωμένο περιστέρι
σκέπτομαι
πως όλα είναι σωστά βαλμένα.
Τέλος του 2021
Μαρία Πανούτσου
Reblogged this on maria – poetry theatre and life Weblog.