Όσο είμαστε χαμένοι
Μέσα στον κόσμο της επιδίωξης
Δεν είμαστε ελεύθεροι. Κάθομαι
Στη μικρή μου τετράγωνη καλύβα.
Τα πουλιά τραγουδούν. Οι μέλισσες βουίζουν.
Τα φύλλα λικνίζονται. Το νερό
Κελαρύζει πάνω στους βράχους.
Το φαράγγι με περιβάλλει.
Αν σάλευα, του Μπασό ο βάτραχος
Θα βουτούσε στη λίμνη.
Όλο το καλοκαίρι τα χρυσά
Φύλλα της δάφνης σκορπίστηκαν στο χώρο.
Σήμερα στοχαζόμουν
Ένα φύλλο σφενταμιού που επέπλεε
Στη λίμνη. Τη νύχτα
Παρατηρούσα τη φωτιά.
Κάποτε είδα πύρινες πόλεις,
Χωρά, παλάτια, πολέμους,
Ηρωικές περιπέτειες
Στις νεανικές φωτιές της κατασκήνωσης.
Τώρα βλέπω μονάχα τη φωτιά.
Η ανάσα μου είναι ήρεμη.
Τα αστέρια κινούνται ψηλά.
Στο απόλυτο σκοτάδι
Μονάχα μια μικρή κόκκινη λάμψη
Απέμεινε μες στις στάχτες.
Πάνω στο τραπέζι είναι ένα
Φιδοπουκάμισο και μια ασμίλευτη πέτρα.
*Από το βιβλίο “Κένεθ Ρέξροθ ποιήματα”, εκδόσεις Ηριδανός 2014. Μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς.