
Ο ΠΟΝΟΣ Ο ΠΑΛΙΟΣ
Αργόσυρτο σούρουπο
θολό
τσαλακωμένο
στον ίδιο τόπο
στο ίδιο σταυροδρόμι.
Πάλι μπροστά μου βλέπω να περνούν
ανάσες που ψάχνουν να κρυφτούν
λιμουζίνες
και τρόικες
παιδιά μ’ αυλάκια σκοτεινά στο μέτωπο
να κοιτούν
να φεύγουν τρομαγμένα
πουλιά γυρίζοντας για να πεθάνουν.
Άδειες στα σύννεφα παρτίδες στεναγμών
λέξεις βουβές
κομμάτια των νεκρών και των αγγέλων.
Πάλι με παίρνει ο πόνος ο παλιός
πάλι χτυπιέμαι
στο στοιχειωμένο μου ποτάμι.
ΦΟΡΤΩΜΕΝΑ ΚΑΡΒΟΥΝΟ ΚΑΙ ΛΥΠΕΣ
Μπορεί να βλέπεις ουράνια τόξα
να αιωρούνται πάνω από ποτάμια αστραποβόλα
κοιλάδες κάτω απ’ τον ήλιο να λαμποκοπούν
ή στο σούρουπο να τραγουδούν πουλιά
αίματα όμως κυλούν στα ρήγματα του εδάφους
απ’ τα χώματα διαρρέουν αναφιλητά
σκεπάζοντας τα οστά
κι όνειρα σπαράζουν κάτω απ’ τα μνήματα του κόσμου.
Πλοία ταξιδεύουν σκοτεινά
σε θάλασσες υπόγειες
χωρίς προορισμούς
φορτωμένα κάρβουνο και λύπες.
ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ
Ξυπνάς με φόβο το πρωί
συνηθισμένος πια.
Άλλη μια μέρα άρρωστη
ανεβαίνεις στην επιφάνεια
μια κιτρινίλα παλαβή να βρυχιέται
κουρέλια του κόσμου
καθένας με τη δική του καταδίκη
βγαίνεις στο δρόμο
παίρνεις το τραμ
φεύγεις
στην ίδια πάντα διαδρομή
μέσα στον ίδιο φόβο
χωρίς αίμα στις φλέβες
δίπλα στον εαυτό σου
που βλέπεις κάθε μέρα.
*Από τη συλλογή “Ρήγματα”, Εκδόσεις 24 γράμματα, 2021.