ΤΟ ΝΗΣΙ ΠΟΥ ΜΕΝΩ
είναι στη μέση του πουθενά.
Ο ουρανός του,
τετράδιο μιλιμετρέ,
ευθείες αεροπλάνων που διασταυρώνονται.
Ουρανός – Σημείο-Χ.
Και Γη-Χ.
Αποδημητικά πουλιά σταματούν εδώ,
πριν συνεχίσουν
για άλλα γεωγραφικά πλάτη.
Το ίδιο και εμείς.
Νησί καταφύγιο,
ανάμεσα
σε τούτο και εκείνο,
στο σημείο Χ
που μπασταρδεύονται οι πορείες μας
και ομοιοκαταληκτούμε.
ΠΑΡΑΛΙΑ PEMBROKE, ΤΡΙΤΗ ΠΡΩΙ
Ο γρανίτης επιμένει κάτω
από τα βότσαλα.
Οι αιχμηρές γωνίες,
καμουφλαρισμένες από
την απαλή στρογγυλάδα,
θα τραυματίσουν
τον ανύποπτο επισκέπτη.
Παραπέρα,
τα σκουλήκια Ophelia bicornis
δουλεύουν ακούραστα
τον πουαντιγισμό της υγρής άμμου.
Κι ανάμεσά τους
τα δικά μας αποτυπώματα,
καθώς βαδίζουμε
παράλληλα στο νερό.
Ο ήχος
από το κύμα που θα τα σκεπάσει
ήδη στα αυτιά μας.
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ SATIE
Δύο ώρες με το καράβι,
άλλες δυόμιση με το αυτοκίνητο,
και φτάνεις στην κοπεγχαγική Honfleur,
όπου γεννήθηκε ο Satie.
Στο λιτό ομώνυμο μουσείο
ακούς τις Γυμνοπαιδίες, τις Gnossiennes.
Ο επαναληπτικός,
μινιμαλιστικός τους ήχος
γρήγορα συντονίζεται
στους καρδιακούς κτύπους,
για να τους εκβιάσει τελικά
στη δική του αφήγηση.
Μουσική-ρητορική,
που παραμένει
γοητευτική και αιχμηρή.
Σαν
τις μνήμες
που επιμένουν,
ο ήχος τους
να δυναμώνει
με το χρόνο,
έως ότου
γίνει
κυρίαρχη
μουσική
στα
αυτιά μας.
*Από τη συλλογή «Χ», Εκδόσεις Βακχικόν, 2021.