Κοίταζα μακριά
σκεφτόμουν τις νίκες των λεπτών
που έδενα φιόγκους στη μεσολόβια χώρα
κι εσύ ανυποψίαστα δάγκωνες ένα μήλο.
Δεν είχα ερωτήσεις και πώς μπορούσα
να μιλήσω σε μια διάθεση
που περιέφερε τη γοητεία της
νομίζοντας πως έρωτας είναι μια σκέψη
ανάμεσα σε φρούτα;
Το απόλυτο γυμνό ήταν παρόν, μα ήταν
και αόρατο.
Η διάκριση των πραγμάτων
είχε χρώμα και λέξεις και κορδέλες
οι φιόγκοι μπερδεύονταν ο ένας με τον άλλο
μια καθημερινότητα που είχε τη σειρά της.
Η καθοδική θλίψη άφησε το στίγμα της
καθώς η πτώση των αισθημάτων
δεν επέτρεπε το πλέξιμο.
Μια πινελιά χρειάστηκε να βάλω προσωρινά
και σου πέρασα στα χέρια κλωστές.
Αν μ’ αγαπάς θα γίνουν ροδοπέταλα.
*Το ποίημα αυτό είναι από τη συλλογή “Απροσποίητα”, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017. Εμείς το πήραμε από τη δίγλωσση (ελληνικά και γερμανικά) ανθολογία “Λέξεις αιχμηρές σαν πρόκες”, από τις Εκδόσεις Ρώμη, 2021, σε μετάφραση και επιμέλεια Κατερίνας Λιάτζουρα.
Εξαιρετικη!