
Μνήμη Γιώργη Ζάρκου
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Εσύ που στο σχολείο σήκωνες το χέρι για να πεις
Όχι το μάθημα μα την αλήθεια
Σήκωνε πάντα αυτό το χέρι που το γέννησε
Της δικαιοσύνης ο καημός κ’ η σιγουριά του αύριο.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνάσιου
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε τραπέζια καφενείων
Καταχνιασμένων από την τσιγαρίλα
Και τις ανάσες πεινασμένων
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε μεγάλες πόρτες
Που Δε θ’ ανοίξουν ποτέ από μέσα.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Είσαι η φωτιά που ετοιμάζει η απελπισία
Και θα κάψει τις σημαίες των αρχόντων.
Και αν το ψωμί κ’ η γνώση ανταλλάσσονται
Με τα’ άλλο χαρτί που εσύ δεν έχεις
Μην αρνηθείς γι’ αυτό το ρόλο που σου ανάθεσε ο καιρός.
Οι μέρες μας κυλούν σαν χειμωνιάτικα ποτάμια
Στους δρόμους φέγγουν φαναράκια μίσους
Στους δρόμους αλαφιάζονται οι μικρές παρέες Καθώς απ’ τις γωνιές οι μισθοφόροι
Με στιλέτα ξεμπουκάρουν και παγίδες.
Όμως τα δαγκωμένα λόγια ακολουθούν τραγούδια.
Reblogged this on Hellenic Canadian Literature.
Παλμός αγωνιστικός άνεμος πνέει απ’ τα μπράτσα της γραφής,
τα μπράτσα τα γδαρμένα της ψυχής του ποιητή,
που, όμως, ποτέ δεν έπνευσε,
τους οικογενειάρχες και τις μάνες εμπνέοντας,
τους οικογενειάρχες και της μάνες που,
τις σημαίες των αρχόντων ψηλά σηκώνοντας,
τα παιδιά τους καταδίδουν, σκοτώνοντας.
Λεωνίδας Καζάσης
Παλμός αγωνιστικός άνεμος πνέει απ’ τα μπράτσα της γραφής,
τα μπράτσα τα γδαρμένα της ψυχής του ποιητή,
που, όμως, ποτέ δεν έπνευσε,
τους οικογενειάρχες και τις μάνες εμπνέοντας,
τους οικογενειάρχες και τις μάνες που,
τις σημαίες των αρχόντων ψηλά σηκώνοντας,
τα παιδιά τους καταδίδουν, σκοτώνοντας.
Λεωνίδας Καζάσης