Ο νεκρός είμαι
ο τυφλός
ο ασάλευτος ίσκιος
σαν τα ποτάμια στη θάλασσα
μέσα μου ό θρος του φωτός
χάνεται ακατάπαυστα
εγώ είμαι ο γονιός
εγώ κι ο τάφος
τ’ ούρανού.
*
Αθός των μαύρων σκοταδιών
του άστρου είναι η λάμψη
του τάφου η παγωνιά είναι ένα ζάρι
έπαιξε ο Χάρος τη ζαριά
έφερε εξάρες
και το στερέωμα παραληρεί από χαρά
για τη νύχτα που τώρα με κυκλώνει
*
Τα χρόνια με δυναστεύουν λυγίζω
και σέρνομαι στα γόνατα
τα χέρια μου ψαύουν τα σκοτάδια
γειά και χαρά σας ρυάκια φωτεινά
σ’ εμένα δεν απομένει άλλο από τη νύχτα
το κατακάθι της πίκρας το αίμα
το χτύπημα της καμπάνας καρτερώ
και τότε αφήνοντας μια κραυγή
στο φριχτό θα γλυστρήσω σκοτάδι.
*Από το βιβλίο “Georges Bataille, Ποίηση”, έκδοση “το μικρό Δέντρο” Νο 5. Δεν αναφέρεται χρόνος έκδοσης. Μεταγραφή: Νίκος Δ. Κοντομήτρος.