153
Δεν έφταναν τα τελευταία κέρματα να πάρει το λεωφορείο.
Πήρε μια βάρκα κι ανοίχτηκε.
154
Καρφώνουν τη μέρα τσιμεντάρουν τον ουρανό
κι όμως βρέχει ελπίδες πάλι.
155
Δεν τρέχει ο λαγός στην κατηφόρα, φυλάει
δυνάμεις για μετά.
156
Στη μίζερη χώρα πάνω στο κρέας σκοτώνουν
τις μύγες.
*Από τη συλλογή “Αειθαλής αποθηκάριος”, Εκδόσεις Οδός Πανός.