Στέρεψαν τα μονοπάτια
Στέρεψαν τα μονοπάτια
μπούχτισαν οι κρύπτες τους
στόμωσαν οι διέξοδοί τους
στην ύστατη τούτη ώρα
ό,τι απέμεινε χάσκει
παρακλητικά
απλώνοντας το χέρι
για ελεημοσύνη
σε πρώην χορτάτους
συνδαιτημόνες
των ηχηρά μεγάλων.
*
Με αχνίζοντα ρουθούνια
Εμμένουμε στις πληγές μας
λατρεύουμε τη μοναξιά
οι ξερολιθιές μας θωπεύουν
ξασπρίζουν τα μαλλιά μας
οι κύκλοι μας χάνουν
την περίμετρό τους
αλλάζουν χρωματισμούς
αρνούνται να μας εμπεριέχουν
μας εγκαλούν
με αχνίζοντα ρουθούνια
Είναι ολοφάνερη η συνωμοσία της θέλξης, τόσο με το περιεχόμενο όσο και με την μορφή των κειμένων΄ κυρίως με την μορφή θα έλεγα. Τα μηνύματα της θλίψης, της αγωνίας για την εθελότυφλη εθελοδουλεία των ανθρώπων, που ως εδώ τους έφτασε,
είναι ξεκάθαρα΄ μα, δίνονται με γάρμπο, με γητειά από την δόμηση των λέξεων και των εικόνων, που οι λέξεις πλάθουν, χρωματίζοντας έντονα΄ έτσι ώστε η αγωνία η θλίψη να μεταβάλλονται σε επιθυμία κίνησης – αγώνα.
Τα ποιήματα αυτά σφύζουν – ρέουν ορμητικά – στον ρυθμό πάλλονται!
Βγαίνω στο μπαλκόνι δυνατά να απαγγείλω!!!
κι ας μπορούσα πέφτοντας,
στους ουρανούς τους ποιητές να γείρω.
Λεωνίδας Καζάσης
Σήκω Βίλχελμ Ράϊχ απ΄το μνήμα! και με ρουθούνια αχνίζοντα, με όμματα δακρύζοντα, δες την παντοκρατορία της συγκινησιακής πανούκλας που, αφού την ζωή δηλητηρίασε΄ – και τυπικά – την κλειδαμπαρώνει, βουλώνοντάς της μύτη, στόμα, αποτελειώνοντάς την.