
ΤΥΨΕΙΣ
Άργησα πολύ να σε συναντήσω
Με ξεπέρασαν οι επαναστάσεις
Θώρακες στρατιωτών περιμένουν
Να πληγωθούν απ’ το χέρι σου
Μπαίνεις ξυπόλητη στον τάφο
Βγαίνεις ζωντανή μα πιο μόνη
Τοπία αλκοολικών σ’ ακολουθούν
Αμπέλια μεθυσμένων συνειρμών
Ζωγράφοι υπερθετικού βαθμού
Του σώματος που σπαρταράει.
Κι εγώ πνιγμένος απ’ τις τύψεις
Θα φασκιώνω νεογέννητες λέξεις
Μ’ ένα κατάλευκο κομμάτι χαρτί.
*
ΣΚΕΨΕΙΣ
Στο πιάτο απορρίμματα σκέψεων
Βγαλμένες από δοκιμαστικό σωλήνα
Έφαγα βιαστικά μερικές πιρουνιές
Τις υπόλοιπες δώρο στα περιστέρια
Τότε αυτά άρχισαν να αρρωσταίνουν
Πέθαναν σε μια μέρα περίπου είκοσι
Ασθενοφόρα μάζευαν τα πτώματα
Πρώτα τα άσπρα και μετά τα γκρίζα
Ρατσισμός ακόμη και στον θάνατο
Οι φωτογράφοι έβγαζαν μεροκάματο
Γελούσαν τα δόντια των ρεπόρτερς
Μεταφυσική στη μέση του δρόμου
Επιχειρήματα με ισχνές προκείμενες
Ρουκέτες αναπόδεικτων ισχυρισμών.
Όταν χώνεψα καλά όλες τις σκέψεις
Ξάπλωσα στον ίσκιο του πλάτανου
Και αναλήφθηκα στους ουρανούς.
*Από τη συλλογή “Ο Εισπράκτορας”, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο “Υπό το μηδέν”, Εκδόσεις Στοχαστής, Καλοκαίρι 2017.