Την απόσταση από τα δάχτυλά σου
τη μετρώ σε ποσότητες υπεριώδους φωτός.
Τα δυο μικρά σου δάχτυλα γίνονται φτερά τις νύχτες και
μας παρασέρνουν λίγο-λίγο στο πουθενά,
καθώς μια ουτοπία ακολουθώ μαζί σου
τυφλός μες στη σιγή.
Μόνο τα δυο σου μάτια μου έμειναν για να μπορώ να δω.
Και βλέπω τον κόσμο από ψηλά να μοιάζει με τελείες
που τις ενώνει ο χρόνος με δρόμους.
Δρόμοι – ρυάκια που τρέχουν να σμίξουν με τη γη.
Και οι άνθρωποι αν όχι κουκκίδες
σίγουρα φέρνουν πιο πολύ σε ερωτηματικά
που προσπαθούν να κλείσουν,
κύκλοι να γίνουν,
να ολοκληρώσουν το κενό.
*Από τη συλλογή «Χαραμάδες», Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα 2018.