Η ΔΕΝΔΡΟΚΟΜΟΣ
Στον κήπο μου να φύτρωνε εξάπαντος το κλήμα
το αναμενόμενο, ας φύονταν σειρές
η κερασιά, μία ελιά και άλλα καρποφόρα,
που εξαρχής για ομορφιά τις επαινούν,
μετά για όλα τα χρειώδη.
Πελώρια να ’χα μια βελανιδιά, να γίνει
αυτή η αλύγιστη στο σπίτι μας,
η ισοβίως μόνη.
Και μια ιτιά να έβγαινε, μία κλαίουσα
να κλαίει καυτή όταν χρειάζεται
να μένω εγώ αδάκρυτη,
αστέναχτη κι ωραία.
Έτσι να ζω.
Καταμεσής στα δέντρα. Μαζί με τα πουλιά.
Κι ας φθίνουν οι οπώρες τους.
Κι ας φθίνουν κι οι δικές
μας.
***
ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ
στην πόρτα
μια μυρωδιά από κλειστό κουτί
όρθια
με περίμενε.
άργησες.
παντού ζάχαρη νοτισμένη.
άνοιξες τα παράθυρα;
τους γείτονες χαιρέτησες; τα δέοντα,
ιδιαιτέρως στους απόντες.
με βόμβο εντόμου καλοκαιρινού
όρμηξα προς κάθε τζάμι
που χτυπά
και πέταξα από το πρώτο άνοιγμα
το αρθριτικό μου σέρνοντας ποδάρι.
απλώς, η κληρονομικότητα,
ήρθε ξανά το πόρισμα.
*Από την Ενότητα “Φερτά υλικά” που περιλαμβάνεται στη συλλογή “Καθαρό οινόπνευμα”, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα 2020.