Γέρασες, φίλε, και βουβάθηκαν τα μάτια σου,
δεν τραγουδάνε πια, όπως πρώτα,
δεν μιλούν, δεν ψιθυρίζουν καν.
Δυο σκοτεινά παράθυρα τα μάτια σου,
χτισμένα, και πια δεν φτάνει ως εμένα η μέσα μουσική σου.
Υπάρχει, αλήθεια, ακόμα αυτή η μέσα μουσική
ή μήπως είσαι ως εκεί χτισμένος, ως τα μύχια της ψυχής σου,
πλήρης σιωπής και συμπαγής σαν πέτρινο άγαλμα;’