Μόλις η νύχτα γίνει αυγή,
βλέπω καθημερινά:
κάποιος στη διεύθυνση,
κάποιος στην επιτροπή,
κάποιος στην πολιτική,
κάποιος στη μορφωτική,
στα ιδρύματα ο λαός σκορπά.
Οι χαρτοϋποθέσεις πέφτουν βροχή,
μόλις στο κτίριο περάσεις:
ξεχωρίζοντας καμιά πενηνταριά –
τις πιο σοβαρές! –
οι υπάλληλοι σκορπάνε στις συνεδριάσεις.
Εξανίσταμαι:
«Δεν μπορούν ακρόαση να μου παραχωρήσουν;
Γυρίζω από την τάδε εποχή». –
«Ο σύντροφος Ιβάν Βάνιτς συνεδριάζει –
στην Τεό και Γκουκόνα».
Οργώνεις σκάλες εκατό.
Ο κόσμος σκοτεινιάζει.
Πάλι:
«Παρήγγειλαν να ‘ρθείτε σε ώρα μία.
Συνεδριάζουν:
Μελανοδοχείων αγορά.
Για τον Επαρχιακό Συνεταιρισμό».
Σε ώρα μία:
Ούτε γραμματέας,
ούτε γραμματίνα πια –
άδεια!
Όλοι μέχρι 22 ετών
στη συνεδρίαση της Κομσομόλ.
Έχει νυχτώσει, σκαρφαλώνω ξανά
στο πάνω πάτωμα του εφταώροφου κτιρίου.
«Ήρθε ο σύντροφος Βάνιτς Ιβάν;» –
«Είναι στη συνεδρίαση
του α-β-γ-δ-ε-ζ συνεργείου».
Μανιασμένος
για τη συνεδρίαση
σαν χιονοστιβάδα ορμάω,
άγριες κατάρες στο δρόμο ξερνάω.
Και βλέπω:
κάθονται άνθρωποι μισοί.
Ω διαολόπραμα!
Πού είναι το άλλο μισό;
«Τους σφάξανε!
Τους σκοτώσαν!»
Τρέχω ουρλιάζοντας.
Από τη φοβερή εικόνα σάλεψε το λογικό.
Κι ακούω
Την ηρεμότατη φωνούλα του γραμματέα:
«Βρίσκονται σε δυο συνεδριάσεις ταυτοχρόνως.
Σε μια μέρα
συνεδριάσεις είκοσι
πρέπει να προφτάσουμε.
Έτσι αναγκαζόμαστε να κοβόμαστε στα δυο.
Μέχρι τη μέση εδώ,
και το υπόλοιπο
εκεί».
Απ’ τη συγκίνηση ο ύπνος δε με πιάνει.
Νωρίς το πρωινό.
Με τα’ όνειρο την πρώιμη αυγή προϋπαντώ:
ακόμα
μία συνεδρίαση
για να καταργηθούνε όλες οι συνεδριάσεις!».
*Μετάφραση: Χρήστος Τρικαλινός.