Τή λέξη πού σε γείωσε μην τη χαλάς δέν κάνει.
Σεβάσου την σάν κόρη πού ερωτεύεται ό άνεμος
κι άσε τό αυτεξούσιο στήν κρύπτη του.
Έκεί μαθαίνει ν’ άλυχτά
για κείνα τά χαμένα δήθεν δικαιώματα.
Αύτή ή λέξη ζεΐ στις ένοχες
‘Η πιο μεγάλη τραγωδία τής άρέσει.
Εΐναι δοσμένο τό νά φταις καί νά υπάρχεις.
’Έτσι θαρρεί κι έτσι άκουμπά
στά τρία της τά γράμματα επάνω
στο ζήτα τό ώμέγα καί τό ήτα.
*Από τη συλλογή “Μέσ’ ατό λευκό καί μές ατό μαύρο”, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2005.