Δεν μπορώ να αναπνεύσω.
Μια μπότα μου πατάει το λαιμό.
Η μύτη μου αιμορραγεί.
Ο τύπος με το χέρι στην τσέπη
μου προκαλεί ασφυξία.
Δεν μπορώ να αναπνεύσω.
Μια μπότα ποδοπατάει τα δικαιώματά μου.
Είμαι ένας από τους πολλούς,
που ποδοπατήθηκαν
γιατί διαφέρουν στο χρώμα.
Το όνομά μου δεν έχει σημασία.
Ίσως με ‘λεγαν Γκάρνερ,*
ίσως με ‘λεγαν Φλόιντ.
Είμαι ένας από τους χιλιάδες,
που κάποτε θα τρυπήσουν την μπότα,
που τώρα τους πατάει
Και σαν την γάγγραινα
θα απλωθούν και θα νικήσουν
όλο το σάπιο σώμα,
που τους δολοφονεί.
Δεν μπορώ να αναπνεύσω.
Ο αέρας τελείωσε, πεθαίνω.
Ποιο είναι, αλήθεια, τ’ όνομά μου;
Κάποτε με έλεγαν Γκάρνερ,
τώρα με λένε Φλόιντ.
*Ο Έρικ Γκάρνερ, ο μαύρος που έχασε τη ζωή του από ασφυξία το 2014 στη Νέα Υόρκη, επίσης κατά τη διάρκεια σύλληψης από λευκούς αστυνομικούς, είχε πει ακριβώς την φράση: I can’ t breathe (Δεν μπορώ να αναπνεύσω) πριν ξεψυχήσει.