Δουλειά
Χαιρετιόμασταν κάθε μέρα
κι έπειτα έπαιρνε τη συνηθισμένη
του θέση στο γραφείο
ώσπου έπαψα να τον αντιλαμβάνομαι
Έγινε μέρος του τοπίου
αδιάφορος κι αθέατος
απ’ την επανάληψη
***
Ματαίωση
Όπως ανάσαινες
πιο αργά κι από γάλα
κλεισμένο σε κουτί
πάνω στα ξερά χόρτα
στην άκρη του δρόμου
Ανάμεσα στα σκουπίδια
με τα ψίχουλα των φιλόζωων ανέγγιχτα
μου θύμισες τον πατέρα μου
πριν πεθάνει
Στην ίδια στάση
με την ίδια λαχανιασμένη αναπνοή
απ’ την ματαίωση
***
Γιορτινές μέρες
Κάθε που οι άνθρωποι γιορτάζουν χωρίς την παραμικρή σκέψη,
η φύση συσπάται πριν κλάψει. Κρύβει το πρόσωπό της με τα δάχτυλα
και γονατίζει προσφέροντας το λαιμό της.
View original post 185 more words